Η λεκτική βία στους χώρους εργασίας
⍆Η εργασία μας είναι ένα πολύ μεγάλο μέρος της ζωής μας. Άλλοι κληθήκαμε να κάνουμε... κάποια δουλειά που την αγαπάμε τόσο πολύ με αποτέλεσμα να είναι το χόμπι μας που μας βοηθά να βγάζουμε τα προς το ζειν κι άλλοι, δυστυχώς, κάνουμε κάποια δουλειά καθαρά για βιοποριστικούς λόγους.
Κι αν ανήκουμε στην πρώτη κατηγορία, τα πράγματα είναι πολύ καλά. Είναι ευχής έργον να μπορείς να βιοπορίζεσαι από κάτι που δεν μπορείς να το αποκαλέσεις δουλειά αλλά αγαπημένη ενασχόληση με χρηματικές απολαβές που μας επιτρέπουν μία αξιοπρεπή διαβίωση. Σ’ αυτή την, πρώτη, περίπτωση βλέπουμε με άλλο μάτι μια δυσκολία, έναν «περίεργο» συνάδελφο ή ένα κακόκεφο ή δύστροπο εργοδότη. Γιατί γνωρίζουμε πως απώτερος σκοπός μας είναι να κάνουμε αυτό που αγαπάμε. Οπότε λίγη σημασία δίνουμε στα κακόβουλα σχόλια και στις επιδείξεις ισχύος που ενδεχομένως να έχουμε να αντιμετωπίσουμε.
Στη δεύτερη κατηγορία όμως τα πράγματα είναι πιο δύσκολα. Όταν κάνεις αναγκαστικά μια δουλειά καθαρά για οικονομικούς λόγους ή επειδή δε βρίσκεις κάτι καλύτερο – σε σχέση με αυτό που ο καθένας μας θεωρεί καλό – τότε οι ανοχές μας δοκιμάζονται πολλές φορές αφού με κόπο κατορθώνουμε να μην εκραγούμε. Κι αν εκραγούμε θα κοιτάξουμε να το κάνουμε «συμμαζεμένα» έτσι ώστε να μην προκαλέσουμε την απόλυσή μας.
Μεταξύ συναδέλφων όλο αυτό είναι πιο διαχειρίσιμο. Αλλά σε ό,τι έχει να κάνει με τον άνθρωπο που μας πληρώνει, τα πράγματα δυσκολεύουν. Ιδιαίτερα όταν είναι χαρακτήρας που αγαπάει περισσότερο να είναι αφεντικό από το να είναι επιχειρηματίας. Αυτό, βέβαια, είναι μια μορφή κόμπλεξ. Και μάλιστα μεγάλου. Συνήθως έχει να κάνει με την παιδεία κάποιου κι όχι με την μόρφωση.
Η επίδειξη ισχύος από κάποιον εργοδότη στο προσωπικό του με λεκτική βία δείχνει ναρκισσισμό, κομπλεξισμό και χαμηλό πνευματικό επίπεδο. Σε αυτές τις περιπτώσεις καταβάλλονται οι εργαζόμενοι με επιπρόσθετο άγχος, ανασφάλειες κι απέχθεια κι έτσι ο ίδιος ο «επιχειρηματίας» κάνει κακό στον εαυτό του. Αλλά για να μπορέσει κάποιος να το σκεφτεί αυτό, επαγωγικά, προϋποθέτει να διαθέτει επιχειρηματικό μυαλό, το λιγότερο.
Εν έτη 2020 είναι πολλοί αυτοί που θα αναρωτηθούν αν αντιμετωπίζουν οι εργαζόμενοι τέτοιες καταστάσεις στους επαγγελματικούς χώρους. Κι όμως, τις αντιμετωπίζουν. Συνήθως οι εργοδότες που εφαρμόζουν αυτό το «σχέδιο κατάρτισης προσωπικού» είναι εκείνοι που δεν πάει το μυαλό μας, γιατί η ευγένεια, οι καλοί τρόποι κι ο επιτηδευμένος τρόπος ζωής τους δεν μας αφήνει να το φανταστούμε καν.
Θα προφασιστούν κάποιον που τους εξαπάτησε και με αυτό ως πανάκεια θα συμπεριφερθούν στους υπόλοιπους σαν σκουπίδια. Ίσως να δείξουν πως έχουν τύψεις κάποια στιγμή αλλά αυτό θα διαρκέσει μέχρι την επόμενη φορά που θα αναγκάσουν κάποιον να κλάψει για να μην τους βρίσει.
Φυσικά, το σημαντικό είναι να έχουμε δουλειά αλλά πάνω απ’ όλα προέχει η υγεία μας. Και σε τέτοια τοξικά επαγγελματικά περιβάλλοντα αυτή επιβαρύνεται με άγχη, ανασφάλειες και τρόμο για την επόμενη φορά που θα μας αρχίσει κάποιος στα «κοσμητικά» επίθετα. Το καλύτερο που έχουμε να κάνουμε είναι να ψάξουμε για κάτι άλλο και να αποχωρήσουμε διακριτικά ή και όχι.
Καμιά φορά το «οφθαλμός αντί οφθαλμού κι οδόντα αντί οδόντος» είναι απαραίτητο. Ειδικά όταν έχουν θιχτεί ο αυτοσεβασμός μας κι η αξιοπρέπειά μας. Αρκεί να μη μας γίνει συνήθεια και γίνουμε σαν αυτά που καταδικάζουμε.
Σοφία Σοφιανίδου
Κι αν ανήκουμε στην πρώτη κατηγορία, τα πράγματα είναι πολύ καλά. Είναι ευχής έργον να μπορείς να βιοπορίζεσαι από κάτι που δεν μπορείς να το αποκαλέσεις δουλειά αλλά αγαπημένη ενασχόληση με χρηματικές απολαβές που μας επιτρέπουν μία αξιοπρεπή διαβίωση. Σ’ αυτή την, πρώτη, περίπτωση βλέπουμε με άλλο μάτι μια δυσκολία, έναν «περίεργο» συνάδελφο ή ένα κακόκεφο ή δύστροπο εργοδότη. Γιατί γνωρίζουμε πως απώτερος σκοπός μας είναι να κάνουμε αυτό που αγαπάμε. Οπότε λίγη σημασία δίνουμε στα κακόβουλα σχόλια και στις επιδείξεις ισχύος που ενδεχομένως να έχουμε να αντιμετωπίσουμε.
Στη δεύτερη κατηγορία όμως τα πράγματα είναι πιο δύσκολα. Όταν κάνεις αναγκαστικά μια δουλειά καθαρά για οικονομικούς λόγους ή επειδή δε βρίσκεις κάτι καλύτερο – σε σχέση με αυτό που ο καθένας μας θεωρεί καλό – τότε οι ανοχές μας δοκιμάζονται πολλές φορές αφού με κόπο κατορθώνουμε να μην εκραγούμε. Κι αν εκραγούμε θα κοιτάξουμε να το κάνουμε «συμμαζεμένα» έτσι ώστε να μην προκαλέσουμε την απόλυσή μας.
Μεταξύ συναδέλφων όλο αυτό είναι πιο διαχειρίσιμο. Αλλά σε ό,τι έχει να κάνει με τον άνθρωπο που μας πληρώνει, τα πράγματα δυσκολεύουν. Ιδιαίτερα όταν είναι χαρακτήρας που αγαπάει περισσότερο να είναι αφεντικό από το να είναι επιχειρηματίας. Αυτό, βέβαια, είναι μια μορφή κόμπλεξ. Και μάλιστα μεγάλου. Συνήθως έχει να κάνει με την παιδεία κάποιου κι όχι με την μόρφωση.
Η επίδειξη ισχύος από κάποιον εργοδότη στο προσωπικό του με λεκτική βία δείχνει ναρκισσισμό, κομπλεξισμό και χαμηλό πνευματικό επίπεδο. Σε αυτές τις περιπτώσεις καταβάλλονται οι εργαζόμενοι με επιπρόσθετο άγχος, ανασφάλειες κι απέχθεια κι έτσι ο ίδιος ο «επιχειρηματίας» κάνει κακό στον εαυτό του. Αλλά για να μπορέσει κάποιος να το σκεφτεί αυτό, επαγωγικά, προϋποθέτει να διαθέτει επιχειρηματικό μυαλό, το λιγότερο.
Εν έτη 2020 είναι πολλοί αυτοί που θα αναρωτηθούν αν αντιμετωπίζουν οι εργαζόμενοι τέτοιες καταστάσεις στους επαγγελματικούς χώρους. Κι όμως, τις αντιμετωπίζουν. Συνήθως οι εργοδότες που εφαρμόζουν αυτό το «σχέδιο κατάρτισης προσωπικού» είναι εκείνοι που δεν πάει το μυαλό μας, γιατί η ευγένεια, οι καλοί τρόποι κι ο επιτηδευμένος τρόπος ζωής τους δεν μας αφήνει να το φανταστούμε καν.
Θα προφασιστούν κάποιον που τους εξαπάτησε και με αυτό ως πανάκεια θα συμπεριφερθούν στους υπόλοιπους σαν σκουπίδια. Ίσως να δείξουν πως έχουν τύψεις κάποια στιγμή αλλά αυτό θα διαρκέσει μέχρι την επόμενη φορά που θα αναγκάσουν κάποιον να κλάψει για να μην τους βρίσει.
Φυσικά, το σημαντικό είναι να έχουμε δουλειά αλλά πάνω απ’ όλα προέχει η υγεία μας. Και σε τέτοια τοξικά επαγγελματικά περιβάλλοντα αυτή επιβαρύνεται με άγχη, ανασφάλειες και τρόμο για την επόμενη φορά που θα μας αρχίσει κάποιος στα «κοσμητικά» επίθετα. Το καλύτερο που έχουμε να κάνουμε είναι να ψάξουμε για κάτι άλλο και να αποχωρήσουμε διακριτικά ή και όχι.
Καμιά φορά το «οφθαλμός αντί οφθαλμού κι οδόντα αντί οδόντος» είναι απαραίτητο. Ειδικά όταν έχουν θιχτεί ο αυτοσεβασμός μας κι η αξιοπρέπειά μας. Αρκεί να μη μας γίνει συνήθεια και γίνουμε σαν αυτά που καταδικάζουμε.
Σοφία Σοφιανίδου
Το διάβασα στο enallaktikidrasi.com