Στο Δωδεκαήμερο των Χριστουγέννων πλήθος δεισιδαιμονιών, δοξασιών και εθίμων
👉Ο Ιησούς Χριστός γεννήθηκε με υπερφυσικό τρόπο από την Παρθένο Μαρία σ’ ένα σπήλαιο της Βηθλεέμ, μεταξύ 7 και 4 π.Χ., σύμφωνα με διάφορους επιστημονικούς υπολογισμούς. Εκείνη την εποχή, βασιλιάς της Ιουδαίας ήταν ο Ηρώδης ο Μέγας, ηγεμόνας της Συρίας ο Κυρήνιος και αυτοκράτορας της Ρώμης ο Οκταβιανός Αύγουστος, ο οποίος είχε διατάξει απογραφή πληθυσμού των υπηκόων του. Γι’ αυτό και ο Ιωσήφ πήρε την ετοιμογέννητη Μαρία και μετέβησαν στη Βηθλεέμ από τη Ναζαρέτ, όπου διέμεναν.
Μετά τη γέννηση του Ιησού, ένας άγγελος εμφανίσθηκε στους ποιμένες της περιοχής, αγγέλλοντας το χαρμόσυνο γεγονός, ενώ πλήθος άλλων αγγέλων έψαλλαν «Δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη εν ανθρώποις ευδοκία». Ενώ συνέβαιναν αυτά, άστρο φωτεινό εξ Ανατολής οδήγησε τρεις Μάγους (Μελχιόρ, Γάσπαρ, Βαλτάσαρ) στη Βηθλεέμ, όπου μαζί με τους βοσκούς προσκύνησαν τον Θεάνθρωπο, προσφέροντάς του χρυσό, λίβανο και σμύρνα.
Η φύση του αστέρα που οδήγησε τους Μάγους απασχόλησε όχι μονάχα τη θεολογία, αλλά και την αστρονομία. Κατά καιρούς οι επιστήμονες έχουν δώσει διάφορες ερμηνείες: ότι επρόκειτο για σύνοδο πλανητών, για υπερκαινοφανή αστέρα, για κομήτη, ακόμη και για μετεωρίτη. Η σύγχρονη αστρονομία, ωστόσο, δεν θεωρεί πειστικές τις ερμηνείες αυτές. Σε τελευταία ανάλυση, εκείνο που έχει σημασία για τους Χριστιανούς δεν είναι τόσο η φύση του φαινομένου, όσο η αξία του ως «σημείου» της έλευσης του Μεσσία, που εκπληρώνει τις προφητείες των Εβραϊκών Γραφών ερχόμενος στη Γη για να λυτρώσει τους ανθρώπους από τις αμαρτίες τους. Οι αρχαιότερες και πλέον αξιόπιστες εκκλησιαστικά πηγές για τη γέννηση του Ιησού περιέχονται στα Ευαγγέλια του Ματθαίου και του Λουκά, που είναι και οι μόνοι από τους τέσσερεις Ευαγγελιστές που ασχολούνται με τα της Γεννήσεως του Χριστού.
Ο εορτασμός των Χριστουγέννων στις 25 Δεκεμβρίου έλαβε καθολική μορφή στα μέσα του 4ου αιώνα μ.Χ, πρώτα στη Δύση και μετά στην Ανατολή. Μέχρι τότε η Γέννηση του Ιησού εορταζόταν στις 6 Ιανουαρίου μαζί με τη Βάπτιση κατά την εορτή των Θεοφανείων. Η Αρμενική Εκκλησία δεν δέχθηκε την αλλαγή και διατήρησε την παλαιότερη παράδοση, την οποία ακολουθούν σήμερα όσες Εκκλησίες ακολουθούν το παλαιό ημερολόγιο (Ιουλιανό). Για πρώτη φορά τα Χριστούγεννα καθιερώθηκαν ως αργία με τον Ιουστινιάνειο Κώδικα (529/534).
Με δεδομένο ότι στα Ευαγγέλια δεν αναφέρεται η ακριβής ημερομηνία της γέννησης του Ιησού, η καθιέρωση της 25ης Δεκεμβρίου ως ημέρας εορτασμού των Χριστουγέννων θα πρέπει να συνδέεται, σύμφωνα με μια θεωρία, με τον εορτασμό του χειμερινού ηλιοστασίου (Βρουμάλια) από τους ειδωλολάτρες της ρωμαϊκής επικράτειας, αλλά και των γενεθλίων του Μίθρα, του ανίκητου Ήλιου (Dies Natalis Solis Invicti), που είχε καθιερωθεί επί αυτοκράτορα Αυρηλιανού το 275μ.Χ. Νωρίτερα, οι Ρωμαίοι γιόρταζαν τα Σατουρνάλια (17-23 Δεκεμβρίου), όπου επικρατούσε κλίμα γενικής ευφορίας και ανταλλάσσονταν δώρα.
Σύμφωνα με τις απόψεις που αντλούν επιχειρήματα από την ιστορία των θρησκειών, η Εκκλησία διεκδίκησε την 25η Δεκεμβρίου ως ημέρα των Χριστουγέννων για να ασκήσει πολεμική με τα κηρύγματά της κατά των εθνικών και αιρετικών. Σύμφωνα με άλλες θεωρίες, η 25η Δεκεμβρίου ως ημέρα γέννησης του Χριστού προκύπτει από σειρά ημερολογιακών υπολογισμών, που έχουν λάβει υπόψη τους πατερικά κείμενα και παλαιοδιαθηκικές πηγές.
Πάντως, η προσπάθεια εύρεσης του ακριβούς χρόνου της Γέννησης του Χριστού ξεκίνησε αρκετά νωρίς και έχει οδηγήσει σε διαφορετικά συμπεράσματα. Κάποιοι την τοποθετούν τη νύχτα της 19ης προς την 20η Απριλίου, άλλοι τον Ιανουάριο, ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς στις 18 Νοεμβρίου, ενώ σύμφωνα με τον Κυπριανό ο Χριστός γεννήθηκε στις 28 Μαρτίου.
Κατά τους πρώιμους εκκλησιαστικούς χρόνους η προσέλευση στη Θεία Κοινωνία απαιτούσε ολιγοήμερη νηστεία. Από τον έκτο αιώνα στα μοναστήρια είχε καθιερωθεί νηστεία σαράντα ημερών, η οποία κατά τον 12ο αιώνα επεκτάθηκε σε όλους τους Χριστιανούς της Ανατολής. Έτσι, η νηστεία των Χριστουγέννων ξεκινά από την εορτή του Αγίου Φιλίππου στις 14 Νοεμβρίου.
Η εκκλησιαστική ακολουθία των Χριστουγέννων ψάλλεται στις εκκλησίες νωρίς το πρωί, κατά το ξημέρωμα. Είναι πανηγυρική και γεμάτη λαμπρούς ύμνους των μεγάλων υμνογράφων της εκκλησίας, όπως του Ιωάννου Δαμασκηνού, του Ρωμανού του Μελωδού και του Κοσμά Μαϊουμά.
Απολυτίκιο
Η Γέννησίς σου Χριστέ ο Θεός ημών
ανέτειλε τω κόσμω το φως το της γνώσεως
εν αυτή γαρ οι τοις άστροις λατρεύοντες
υπὸ αστέρος εδιδάσκοντο
Σε προσκυνείν τον ήλιον της δικαιοσύνης
και Σε γινώσκειν εξ ύψους ανατολήν
Κύριε δόξα Σοι.
Κοντάκιο (σύνθεση Ρωμανού του Μελωδού)
Η Παρθένος σήμερον
τον Υπερούσιον τίκτει
και η Γή το σπήλαιον
τω απροσίτω προσάγει
Άγγελοι μετά ποιμένων δοξολογούσι
Μάγοι δε μετα αστέρος οδοιπορούσι
Δι’ ημάς γαρ εγεννήθη παιδίον νέον
ο προ αιώνων Θεός.
Το Δωδεκαήμερο των Χριστουγέννων είναι το χρονικό διάστημα μεταξύ των Χριστουγέννων (25 Δεκεμβρίου) και των Θεοφανίων (6 Ιανουαρίου). Η ονομασία Δωδεκαήμερο χρησιμοποιείται ήδη από τα βυζαντινά χρόνια γι’ αυτό το χρονικό διάστημα, κατά το οποίο απαγορευόταν κάθε είδους νηστεία. Εκτός από τις μεγάλες θρησκευτικές εορτές, το Δωδεκαήμερο συνδέεται με πλήθος δεισιδαιμονιών, δοξασιών και εθίμων. Ήταν και μία περίοδος ανάπαυλας για τους γεωργούς μετά την εντατική εργασία της σποράς που προηγήθηκε.
Οι θρησκευτικές εορτές των Χριστουγέννων και των Θεοφανίων, που ανοίγουν και κλείνουν το Δωδεκαήμερο παρουσιάζουν κάποια ενότητα. Κατά την πρώτη περίοδο του Χριστιανισμού υπήρχε μόνο μία κοινή εορτή της Γεννήσεως και Βαπτίσεως του Χριστού με την ονομασία Θεοφάνια ή Επιφάνια. Έτσι εξηγείται πως μέχρι σήμερα οι εορτές αυτές και οι εκκλησιαστικές ακολουθίες παρουσιάζουν αναλογίες και ομοιότητες.
Ο εθιμικός κύκλος του Δωδεκαημέρου ανοίγει την παραμονή των Χριστουγέννων με τα Κάλαντα. Την ίδια ημέρα, σε πολλά μέρη της χώρας συνηθίζεται να σφάζονται οι οικόσιτοι χοίροι, που εκτρέφονται ειδικά γι’ αυτές τις εορταστικές ημέρες. Τα χοιροσφάγια γίνονται με καθορισμένο τυπικό ανάλογα με την περιοχή.
Στην Καλαμπάκα, παραδείγματος χάριν, συνήθιζαν να σφάζουν τα ζώα με ειδικό οικογενειακό μαχαίρι. Στην κοιλιά τους χαράσσουν ύστερα έναν σταυρό και πάνω βάζουν αναμμένα κάρβουνα με θυμίαμα και φύλλα δάφνης, ενώ ένα παιδί απαγγέλλει το «Πάτερ ημών».
Από το αίμα του ζώου σχηματίζουν το σημείο του σταυρού στο μέτωπο των παιδιών ή κάνουν άλλες ανάλογες χρήσεις για σκοπούς μαγικούς και θεραπευτικούς. Η χοιροσφαγία ήταν αρχαία θυσιαστική εκδήλωση προς τιμήν του Κρόνου, η οποία διατηρήθηκε σε ακμή και στους βυζαντινούς χρόνους.
Ιδιαίτερη φροντίδα για κάθε νοικοκυρά αποτελεί η παρασκευή του χριστόψωμου, το οποίο κόβει και μοιράζει στα μέλη της οικογένειας ο πατέρας ή κάποιος γεροντότερος στο χριστουγεννιάτικο τραπέζι, αφού πρώτα το σταυρώσει.
Η περίοδος του Δωδεκαημέρου συνδέεται με διάφορες παράδοξες δεισιδαιμονίες, όχι μόνο στο ελληνικό χώρο, αλλά και σε άλλους χριστιανικούς τόπους (Λυκάνθρωποι, Τρολ κλπ). Στον ελληνικό χώρο παλαιότερα κυριαρχούσε η πίστη στους καλικάντζαρους, που εμφανίζονταν τα Χριστούγεννα κι έφευγαν τα Θεοφάνια με τον αγιασμό των υδάτων. Η λαϊκή φαντασία τους θέλει τερατόμορφους, δύσμορφους και σιχαμερούς, που κάνουν τον βίο αβίωτο των ανθρώπων.
Ως εκ τούτου το Δωδεκαήμερο είναι ένα χρονικό διάστημα πολύ επικίνδυνο, σύμφωνα με τις λαϊκές δοξασίες, κυρίως για τις γυναίκες, στις οποίες απαγορεύεται κάθε εργασία («δεν μπαλώνουν για να μη μπαλώσουν τα σύννεφα, δεν υφαίνουν και δεν αλέθουν εις το χειρόμυλο για να μη φέρουν βροντές, αντιθέτως πρέπει κάθε μέρα να κλώθουν από ένα αδράχτι και να το κρεμνούν στη γωνιά, για να το βλέπουν οι καλικάντζαροι και να μη τας πειράζουν. Την στάκτην της εστίας δεν σηκώνουν παρά αφού περάσουν τα δωδεκάμερα, καί τότε την ρίχνουν εις τα αμπέλια, ως προφυλακτικό από κάθε ασθένεια»). Επίσης, όσα παιδιά γεννιούνται ή συλλαμβάνονται τις ημέρες του Δωδεκαήμερου έχουν την ιδιότητα να μεταβάλλονται σε καλικάντζαρους.
Στα ιδιαίτερα έθιμα της Πρωτοχρονιάς κυριαρχεί η κοινή αντίληψη ότι καθετί που γίνεται στην αρχή μιας νέας περιόδου θα ισχύσει σε ολόκληρο το διάστημα του νέου χρόνου («ποδαρικό»). Οι καλαντιστές είναι και πάλι οι προάγγελοι για την καλή χρονιά, αφού δεν θα παραλείψουν, όπως έκαναν και τα Χριστούγεννα, να επαινέσουν τον νοικοκύρη και να ευχηθούν όλα τα αγαθά στο σπίτι.
Στους βυζαντινούς χρόνους είχαν περισσότερο θρησκευτικό χαρακτήρα και τιμούσαν τον Άγιο Βασίλειο, εξ ου και το έθιμο της βασιλόπιτας. Επίσης κατά τόπους υπήρχε η δοξασία ότι ο Χριστός και ο Άγιος Βασίλειος περιέρχονταν στα ποίμνια και τους στάβλους και ευλογούσαν τα ζώα, η γλώσσα των οποίων λυνόταν και μιλούσαν σαν άνθρωποι.
Τα Θεοφάνια, τα Φώτα, περιβάλλονται με μεγάλο σεβασμό και δέος. Τα παιδιά από το πρωί και πάλι της παραμονής τραγουδούν τα κάλαντα. Όπως τα Χριστούγεννα και την Πρωτοχρονιά, έτσι και τα Φώτα συνηθίζονται ειδικά ψωμιά («Φωτίτσα» στην Κεφαλονιά, «Βουδόψωμο» στη Νάξο). Σε πολλά εξάλλου μέρη υπάρχει η δοξασία ότι το βράδυ της παραμονής των Φώτων τα ζώα μιλούν, γι’ αυτό οι γεωργοί φροντίζουν να τα περιποιηθούν όσο μπορούν καλύτερα, για να είναι ευχαριστημένα και να μην παραπονεθούν στον Θεό για κακοπέραση.
Το κύριο στοιχείο της εορτής των Θεοφανίων, με το οποίο και συνδέονται τα περισσότερα έθιμα, είναι ο αγιασμός των υδάτων. Ο αγιασμός γίνεται για πρώτη φορά την παραμονή στην εκκλησία και λέγεται Πρωτάγιαση ή μικρός αγιασμός. Ο ιερέας γυρίζει την παραμονή στα σπίτια ραντίζοντάς τα με αγιασμό και διώχνοντας έτσι μακριά κάθε κακό.
Παλαιότερα συνέδεαν τον αγιασμό των σπιτιών με την εξαφάνιση των καλικάντζαρων, τους οποίους φαντάζονταν να φεύγουν περίτρομοι στην παρουσία του παπά. Εξίσου όμως αποτελεσματική για το διώξιμο των καλικάντζαρων και των άλλων δαιμόνιων θεωρούσαν και τη στάχτη της δωδεκαμερίτικης φωτιάς. Ο εθιμικός κύκλος του Δωδεκαημέρου κλείνει ουσιαστικά την επομένη των Θεοφανίων, με την εορτή του Αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή.
Τα περισσότερα έθιμα του Δωδεκαήμερου κατάγονται από τις ρωμαϊκές εορτές που τελούνταν την ίδια περίοδο, δηλαδή τα Σατουρνάλια (17-23 Δεκεμβρίου), το Γενέθλιον του Αηττήτου Ηλίου (Dies Natalis Invicti Solis, 25 Δεκεμβρίου) και την Πρώτη των Καλενδών του Ιανουαρίου (Kalendae Januariae). Οι εορτές αυτές ήταν εξαιρετικά δημοφιλείς και είχαν ενσωματώσει πολλά στοιχεία της αρχαιοελληνικής λατρείας, καθώς και της Ανατολής.
Η τοποθέτηση των μεγάλων χριστιανικών επετείων (Γέννησης, Περιτομής και Βάπτισης του Χριστού) στο ίδιο χρονικό διάστημα δεν μπόρεσε να εκτοπίσει τελείως – προπάντων στην ύπαιθρο – τις μακροχρόνιες και βαθιά ριζωμένες συνήθειες των ημερών αυτών. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι μεταμφιέσεις, οι οποίες και σήμερα εξακολουθούν το Δωδεκαήμερο κυρίως σε μέρη του βορειοελλαδικού χώρου (Ραγκουτσάρια, Μωμόγεροι), αλλά και εκτός Ελλάδος (Η γιορτή της Μπεφάνα στη Ρώμη).
Συμπερασματικά, μπορούμε να παρατηρήσουμε ότι τα έθιμα του Δωδεκαημέρου παρουσιάζουν μικτό χαρακτήρα χριστιανικών εκδηλώσεων και παγανιστικών συνηθειών. Στο βάθος υπάρχει η κοινή πεποίθηση ότι όλα αυτά τελούνται την κρίσιμη αυτή εποχή των χειμερινών τροπών του Ηλίου, για την καλή χρονιά και την πλούσια καρποφορία.
Χριστουγεννιάτικα έθιμα απ’ όλη την Ελλάδα
Στη Φλώρινα, οι κάτοικοι υποδέχονται τη γέννηση του Χριστού ανάβοντας μεγάλες φωτιές στις 12 τα μεσάνυχτα της 23ης προς την 24η Δεκεμβρίου. Οι Φωτιές της Φλώρινας συμβολίζουν τη φωτιά που άναψαν οι ποιμένες της Βηθλεέμ για να ζεσταθεί ο νεογέννητος Χριστός. Φωτιές ανάβουν επίσης και το βράδυ της Πρωτοχρονιάς.
Τα παιδιά της κάθε γειτονιάς αρχίζουν τότε να μαζεύουν ξύλα από κέδρο, να τα βάζουν σε ένα ασφαλές μέρος, για να μη τους τα κλέψουν παιδιά από άλλες γειτονιές και ορίζουν ένα φύλακα για κάθε βραδιά.
Αν τα παιδιά καταφέρουν να κλέψουν ξύλα που προορίζονται για τη φωτιά μιας άλλης γειτονιάς, στήνουν γλέντι για το πανηγυρίσουν, ενώ ο ντροπιασμένος θεωρείται ο φύλακας που του έκλεψαν τα ξύλα. Παλιότερα ήταν τόσο μεγάλη η ντροπή για εκείνον που άφησε να του κλέψουν τα ξύλα, που ούτε στο σχολείο δεν τολμούσε να πάει την άλλη μέρα.
Στην Πέλλα αναβιώνει το έθιμο της «Κόλιντα Μπάμπω» που έχει σχέση με τη σφαγή του Ηρώδη. Οι κάτοικοι της περιοχής ανάβουν το βράδυ φωτιές, φωνάζοντας «κόλιντα μπάμπω», δηλαδή «σφάζουν γιαγιά». Σύμφωνα με το έθιμο, οι φωτιές ανάβουν για να μάθουν οι άνθρωποι για τη σφαγή και να προφυλαχτούν.
Στη Σιάτιστα Κοζάνης αναβιώνουν οι «κλαδαριές», τα «κόλιαντα» και τα «μπουμπουσάρια». Οι «κλαδαριές» είναι οι φωτιές που ανάβονται κάθε χρόνο για να ζεστάνουν τον Χριστό. Τα «κόλιαντα» είναι τα κάλαντα στο τοπικό σιατιστινό ιδίωμα, ενώ την ημέρα των Θεοφανίων αναβιώνουν τα «μπουμπουσάρια», δηλαδή τα καρναβάλια με το καθαρά σιατιστινό Αϊβασιλιάτικο χορό.
Όπως γράφει ο λαογράφος Γεώργιος Μπόντας, παλαιότερα τα παιδιά της κάθε γειτονιάς, από τη γιορτή του Αγίου Δημητρίου έκαναν ομάδες και φρόντιζαν να συγκεντρώσουν ξερά χόρτα, τα φουρφούρια (Γεράνεια) ή λόζιο (Χώρα), για να έχουν το απαραίτητο σύνολο ξερών χόρτων, με το οποίο θα τροφοδοτήσουν τη φωτιά, τη λεγόμενη «κλαδαριά», που θα ανάψουν στις 23 Δεκεμβρίου το βράδυ.
Το μεσημέρι της παραμονής Πρωτοχρονιάς, στους δρόμους και τις πλατείες πολλών μακεδονικών πόλεων εκτυλίσσεται η γιορτή του μαγκαλιού. Ο κόσμος αποχαιρετά τον παλιό χρόνο ψήνοντας χοιρινό στο μαγκάλι. Από παλιά, το χοιρινό αποτελούσε κύριο πιάτο των εορτών μετά τη 40ήμερη νηστεία. Οι οικογένειες τάιζαν το γουρούνι, προσπαθώντας να το παχύνουν και το έσφαζαν για το εορταστικό τραπέζι.
Τα Θεοφάνια στη Μακεδονία αναβιώνουν τα «ραγκουτσάρια» στην Καστοριά, οι «φωταράδες» στη Χαλκιδική, τα «τζαμαλάρια» στην Αρνισσα Πέλλας και οι «προδρομίτες» στην Πιερία.
Στην ανατολική Μακεδονία ξεχωριστό ενδιαφέρον παρουσιάζει ο εορτασμός των Θεοφανίων στη Δράμα, με πληθώρα εκδηλώσεων και δρώμενων. Σκοπός τους είναι η εξασφάλιση της καλοχρονίας, δηλαδή η καλή υγεία και η πλούσια γεωργική και κτηνοτροφική παραγωγή. Μαύρες κάπες, δέρματα ζώων, μάσκες, κουδούνια και θόρυβοι, στάχτη και σταχτώματα, χοροί και αγερμοί, αναπαράσταση οργώματος και σποράς, πλούσιο φαγοπότι και ευχές επιδιώκουν να επενεργήσουν στην καρποφορία της φύσης.
Σε απόσταση τεσσάρων χιλιομέτρων από την πόλη της Δράμας βρίσκεται το Μοναστηράκι, όπου κάθε χρόνο, στις 6 Ιανουαρίου, την ημέρα των Θεοφανίων, αναβιώνει το έθιμο των Αράπηδων. Έχει τις ρίζες του στην αρχαία ελληνική θρησκεία και πιο συγκεκριμένα στις διονυσιακές τελετές, ενώ έχει δεχτεί και χριστιανικές επιρροές.
Οι Αράπηδες είναι μια εθιμική παράσταση (δρώμενο) με έντονα την υπερβολή, το μαγικό και το λατρευτικό στοιχείο, στην οποία συμμετέχουν οι κάτοικοι της περιοχής. Είναι μία από τις μεταμφιέσεις του Δωδεκαημέρου (25 Δεκεμβρίου - 6 Ιανουαρίου) που γίνονται στο Νομό Δράμας και πιο συγκεκριμένα στο Μοναστηράκι, στο Βώλακα, στην Πετρούσα, στον Ξηροπόταμο, στους Πύργους και στην Καλή Βρύση.
Το ίδιο έθιμο συναντάμε και στα χωριά Βώλακας, Πετρούσα και Ξηροπόταμος. Αναβιώνει, επίσης, κάθε χρόνο και στη Νίκησιανη του Δήμου Παγγαίου στο νομό Καβάλας.
Οι Μωμόγεροι, ένα είδος λαϊκού παραδοσιακού θεάτρου, αναβιώνει στους Σιταγρούς και Πλατανιά, χωριά όπου υπάρχουν πρόσφυγες από τον Πόντο. Η ονομασία Μωμόγεροι προέρχεται από τις λέξεις μίμος και γέρος, από τις μιμητικές κινήσεις που κάνουν οι πρωταγωνιστές με μορφή γεροντικών προσώπων. Οι παραστάσεις πραγματοποιούνται όλο το Δωδεκαήμερο (Χριστούγεννα, Πρωτοχρονιά και Θεοφάνια).
Στο νησί της Θάσου οι οικογένειες κρατούν ένα πολύ παλιό έθιμο: Το σπόρδισμα των φύλλων. Κάθονται όλοι γύρω από το αναμμένο τζάκι, τραβούν την ανθρακιά προς τα έξω και ρίχνουν γύρω στ' αναμμένα κάρβουνα φύλλα ελιάς, βάζοντας στο νου τους από μία ευχή, χωρίς όμως να την πουν στους άλλους. Όποιου το φύλλο γυρίσει περισσότερο, εκείνου θα πραγματοποιηθεί και η ευχή του.
Στην πόλη της Καβάλας, πολλοί κάτοικοι διατηρούν ακόμα κάποια από τα έθιμα που έφεραν μαζί τους οι πρόσφυγες από την Ανατολική Θράκη, όπως το σπάσιμο του ροδιού μπροστά στην είσοδο του σπιτιού για καλή τύχη, αλλά και η μεταφορά μιας πέτρας -συνήθως από το μικρότερο μέλος της οικογένειας- στο εσωτερικό του σπιτιού για να είναι στέρεο το σπίτι και γερή ολόκληρη η οικογένεια τη νέα χρονιά.
Με θέματα που προέρχονται τόσο από τη σύγχρονη πραγματικότητα, όσο και από τη λαϊκή παράδοση, οι κάτοικοι της Αλεξανδρούπολης συμμετέχουν στις Χριστουγεννιάτικες Γιορτές, που αποτελούν μία ευκαιρία υπόμνησης της πλούσιας σε ήθη, έθιμα και τραγούδια παράδοσης της Θράκης. Από τα έθιμα αυτά ξεχωρίζουν τα πολλά χριστουγεννιάτικα τραγούδια της, γνωστά και ως «Ρουγκάτσια», και εδέσματα όπως τα εννιά νηστίσιμα φαγητά και η «μπάμπο».
Μετά τη γέννηση του Ιησού, ένας άγγελος εμφανίσθηκε στους ποιμένες της περιοχής, αγγέλλοντας το χαρμόσυνο γεγονός, ενώ πλήθος άλλων αγγέλων έψαλλαν «Δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη εν ανθρώποις ευδοκία». Ενώ συνέβαιναν αυτά, άστρο φωτεινό εξ Ανατολής οδήγησε τρεις Μάγους (Μελχιόρ, Γάσπαρ, Βαλτάσαρ) στη Βηθλεέμ, όπου μαζί με τους βοσκούς προσκύνησαν τον Θεάνθρωπο, προσφέροντάς του χρυσό, λίβανο και σμύρνα.
Η φύση του αστέρα που οδήγησε τους Μάγους απασχόλησε όχι μονάχα τη θεολογία, αλλά και την αστρονομία. Κατά καιρούς οι επιστήμονες έχουν δώσει διάφορες ερμηνείες: ότι επρόκειτο για σύνοδο πλανητών, για υπερκαινοφανή αστέρα, για κομήτη, ακόμη και για μετεωρίτη. Η σύγχρονη αστρονομία, ωστόσο, δεν θεωρεί πειστικές τις ερμηνείες αυτές. Σε τελευταία ανάλυση, εκείνο που έχει σημασία για τους Χριστιανούς δεν είναι τόσο η φύση του φαινομένου, όσο η αξία του ως «σημείου» της έλευσης του Μεσσία, που εκπληρώνει τις προφητείες των Εβραϊκών Γραφών ερχόμενος στη Γη για να λυτρώσει τους ανθρώπους από τις αμαρτίες τους. Οι αρχαιότερες και πλέον αξιόπιστες εκκλησιαστικά πηγές για τη γέννηση του Ιησού περιέχονται στα Ευαγγέλια του Ματθαίου και του Λουκά, που είναι και οι μόνοι από τους τέσσερεις Ευαγγελιστές που ασχολούνται με τα της Γεννήσεως του Χριστού.
Ο εορτασμός των Χριστουγέννων στις 25 Δεκεμβρίου έλαβε καθολική μορφή στα μέσα του 4ου αιώνα μ.Χ, πρώτα στη Δύση και μετά στην Ανατολή. Μέχρι τότε η Γέννηση του Ιησού εορταζόταν στις 6 Ιανουαρίου μαζί με τη Βάπτιση κατά την εορτή των Θεοφανείων. Η Αρμενική Εκκλησία δεν δέχθηκε την αλλαγή και διατήρησε την παλαιότερη παράδοση, την οποία ακολουθούν σήμερα όσες Εκκλησίες ακολουθούν το παλαιό ημερολόγιο (Ιουλιανό). Για πρώτη φορά τα Χριστούγεννα καθιερώθηκαν ως αργία με τον Ιουστινιάνειο Κώδικα (529/534).
Με δεδομένο ότι στα Ευαγγέλια δεν αναφέρεται η ακριβής ημερομηνία της γέννησης του Ιησού, η καθιέρωση της 25ης Δεκεμβρίου ως ημέρας εορτασμού των Χριστουγέννων θα πρέπει να συνδέεται, σύμφωνα με μια θεωρία, με τον εορτασμό του χειμερινού ηλιοστασίου (Βρουμάλια) από τους ειδωλολάτρες της ρωμαϊκής επικράτειας, αλλά και των γενεθλίων του Μίθρα, του ανίκητου Ήλιου (Dies Natalis Solis Invicti), που είχε καθιερωθεί επί αυτοκράτορα Αυρηλιανού το 275μ.Χ. Νωρίτερα, οι Ρωμαίοι γιόρταζαν τα Σατουρνάλια (17-23 Δεκεμβρίου), όπου επικρατούσε κλίμα γενικής ευφορίας και ανταλλάσσονταν δώρα.
Σύμφωνα με τις απόψεις που αντλούν επιχειρήματα από την ιστορία των θρησκειών, η Εκκλησία διεκδίκησε την 25η Δεκεμβρίου ως ημέρα των Χριστουγέννων για να ασκήσει πολεμική με τα κηρύγματά της κατά των εθνικών και αιρετικών. Σύμφωνα με άλλες θεωρίες, η 25η Δεκεμβρίου ως ημέρα γέννησης του Χριστού προκύπτει από σειρά ημερολογιακών υπολογισμών, που έχουν λάβει υπόψη τους πατερικά κείμενα και παλαιοδιαθηκικές πηγές.
Πάντως, η προσπάθεια εύρεσης του ακριβούς χρόνου της Γέννησης του Χριστού ξεκίνησε αρκετά νωρίς και έχει οδηγήσει σε διαφορετικά συμπεράσματα. Κάποιοι την τοποθετούν τη νύχτα της 19ης προς την 20η Απριλίου, άλλοι τον Ιανουάριο, ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς στις 18 Νοεμβρίου, ενώ σύμφωνα με τον Κυπριανό ο Χριστός γεννήθηκε στις 28 Μαρτίου.
Κατά τους πρώιμους εκκλησιαστικούς χρόνους η προσέλευση στη Θεία Κοινωνία απαιτούσε ολιγοήμερη νηστεία. Από τον έκτο αιώνα στα μοναστήρια είχε καθιερωθεί νηστεία σαράντα ημερών, η οποία κατά τον 12ο αιώνα επεκτάθηκε σε όλους τους Χριστιανούς της Ανατολής. Έτσι, η νηστεία των Χριστουγέννων ξεκινά από την εορτή του Αγίου Φιλίππου στις 14 Νοεμβρίου.
Η εκκλησιαστική ακολουθία των Χριστουγέννων ψάλλεται στις εκκλησίες νωρίς το πρωί, κατά το ξημέρωμα. Είναι πανηγυρική και γεμάτη λαμπρούς ύμνους των μεγάλων υμνογράφων της εκκλησίας, όπως του Ιωάννου Δαμασκηνού, του Ρωμανού του Μελωδού και του Κοσμά Μαϊουμά.
Απολυτίκιο
Η Γέννησίς σου Χριστέ ο Θεός ημών
ανέτειλε τω κόσμω το φως το της γνώσεως
εν αυτή γαρ οι τοις άστροις λατρεύοντες
υπὸ αστέρος εδιδάσκοντο
Σε προσκυνείν τον ήλιον της δικαιοσύνης
και Σε γινώσκειν εξ ύψους ανατολήν
Κύριε δόξα Σοι.
Κοντάκιο (σύνθεση Ρωμανού του Μελωδού)
Η Παρθένος σήμερον
τον Υπερούσιον τίκτει
και η Γή το σπήλαιον
τω απροσίτω προσάγει
Άγγελοι μετά ποιμένων δοξολογούσι
Μάγοι δε μετα αστέρος οδοιπορούσι
Δι’ ημάς γαρ εγεννήθη παιδίον νέον
ο προ αιώνων Θεός.
Οι θρησκευτικές εορτές των Χριστουγέννων και των Θεοφανίων, που ανοίγουν και κλείνουν το Δωδεκαήμερο παρουσιάζουν κάποια ενότητα. Κατά την πρώτη περίοδο του Χριστιανισμού υπήρχε μόνο μία κοινή εορτή της Γεννήσεως και Βαπτίσεως του Χριστού με την ονομασία Θεοφάνια ή Επιφάνια. Έτσι εξηγείται πως μέχρι σήμερα οι εορτές αυτές και οι εκκλησιαστικές ακολουθίες παρουσιάζουν αναλογίες και ομοιότητες.
Ο εθιμικός κύκλος του Δωδεκαημέρου ανοίγει την παραμονή των Χριστουγέννων με τα Κάλαντα. Την ίδια ημέρα, σε πολλά μέρη της χώρας συνηθίζεται να σφάζονται οι οικόσιτοι χοίροι, που εκτρέφονται ειδικά γι’ αυτές τις εορταστικές ημέρες. Τα χοιροσφάγια γίνονται με καθορισμένο τυπικό ανάλογα με την περιοχή.
Στην Καλαμπάκα, παραδείγματος χάριν, συνήθιζαν να σφάζουν τα ζώα με ειδικό οικογενειακό μαχαίρι. Στην κοιλιά τους χαράσσουν ύστερα έναν σταυρό και πάνω βάζουν αναμμένα κάρβουνα με θυμίαμα και φύλλα δάφνης, ενώ ένα παιδί απαγγέλλει το «Πάτερ ημών».
Από το αίμα του ζώου σχηματίζουν το σημείο του σταυρού στο μέτωπο των παιδιών ή κάνουν άλλες ανάλογες χρήσεις για σκοπούς μαγικούς και θεραπευτικούς. Η χοιροσφαγία ήταν αρχαία θυσιαστική εκδήλωση προς τιμήν του Κρόνου, η οποία διατηρήθηκε σε ακμή και στους βυζαντινούς χρόνους.
Ιδιαίτερη φροντίδα για κάθε νοικοκυρά αποτελεί η παρασκευή του χριστόψωμου, το οποίο κόβει και μοιράζει στα μέλη της οικογένειας ο πατέρας ή κάποιος γεροντότερος στο χριστουγεννιάτικο τραπέζι, αφού πρώτα το σταυρώσει.
Η περίοδος του Δωδεκαημέρου συνδέεται με διάφορες παράδοξες δεισιδαιμονίες, όχι μόνο στο ελληνικό χώρο, αλλά και σε άλλους χριστιανικούς τόπους (Λυκάνθρωποι, Τρολ κλπ). Στον ελληνικό χώρο παλαιότερα κυριαρχούσε η πίστη στους καλικάντζαρους, που εμφανίζονταν τα Χριστούγεννα κι έφευγαν τα Θεοφάνια με τον αγιασμό των υδάτων. Η λαϊκή φαντασία τους θέλει τερατόμορφους, δύσμορφους και σιχαμερούς, που κάνουν τον βίο αβίωτο των ανθρώπων.
Ως εκ τούτου το Δωδεκαήμερο είναι ένα χρονικό διάστημα πολύ επικίνδυνο, σύμφωνα με τις λαϊκές δοξασίες, κυρίως για τις γυναίκες, στις οποίες απαγορεύεται κάθε εργασία («δεν μπαλώνουν για να μη μπαλώσουν τα σύννεφα, δεν υφαίνουν και δεν αλέθουν εις το χειρόμυλο για να μη φέρουν βροντές, αντιθέτως πρέπει κάθε μέρα να κλώθουν από ένα αδράχτι και να το κρεμνούν στη γωνιά, για να το βλέπουν οι καλικάντζαροι και να μη τας πειράζουν. Την στάκτην της εστίας δεν σηκώνουν παρά αφού περάσουν τα δωδεκάμερα, καί τότε την ρίχνουν εις τα αμπέλια, ως προφυλακτικό από κάθε ασθένεια»). Επίσης, όσα παιδιά γεννιούνται ή συλλαμβάνονται τις ημέρες του Δωδεκαήμερου έχουν την ιδιότητα να μεταβάλλονται σε καλικάντζαρους.
Στα ιδιαίτερα έθιμα της Πρωτοχρονιάς κυριαρχεί η κοινή αντίληψη ότι καθετί που γίνεται στην αρχή μιας νέας περιόδου θα ισχύσει σε ολόκληρο το διάστημα του νέου χρόνου («ποδαρικό»). Οι καλαντιστές είναι και πάλι οι προάγγελοι για την καλή χρονιά, αφού δεν θα παραλείψουν, όπως έκαναν και τα Χριστούγεννα, να επαινέσουν τον νοικοκύρη και να ευχηθούν όλα τα αγαθά στο σπίτι.
Στους βυζαντινούς χρόνους είχαν περισσότερο θρησκευτικό χαρακτήρα και τιμούσαν τον Άγιο Βασίλειο, εξ ου και το έθιμο της βασιλόπιτας. Επίσης κατά τόπους υπήρχε η δοξασία ότι ο Χριστός και ο Άγιος Βασίλειος περιέρχονταν στα ποίμνια και τους στάβλους και ευλογούσαν τα ζώα, η γλώσσα των οποίων λυνόταν και μιλούσαν σαν άνθρωποι.
Τα Θεοφάνια, τα Φώτα, περιβάλλονται με μεγάλο σεβασμό και δέος. Τα παιδιά από το πρωί και πάλι της παραμονής τραγουδούν τα κάλαντα. Όπως τα Χριστούγεννα και την Πρωτοχρονιά, έτσι και τα Φώτα συνηθίζονται ειδικά ψωμιά («Φωτίτσα» στην Κεφαλονιά, «Βουδόψωμο» στη Νάξο). Σε πολλά εξάλλου μέρη υπάρχει η δοξασία ότι το βράδυ της παραμονής των Φώτων τα ζώα μιλούν, γι’ αυτό οι γεωργοί φροντίζουν να τα περιποιηθούν όσο μπορούν καλύτερα, για να είναι ευχαριστημένα και να μην παραπονεθούν στον Θεό για κακοπέραση.
Το κύριο στοιχείο της εορτής των Θεοφανίων, με το οποίο και συνδέονται τα περισσότερα έθιμα, είναι ο αγιασμός των υδάτων. Ο αγιασμός γίνεται για πρώτη φορά την παραμονή στην εκκλησία και λέγεται Πρωτάγιαση ή μικρός αγιασμός. Ο ιερέας γυρίζει την παραμονή στα σπίτια ραντίζοντάς τα με αγιασμό και διώχνοντας έτσι μακριά κάθε κακό.
Παλαιότερα συνέδεαν τον αγιασμό των σπιτιών με την εξαφάνιση των καλικάντζαρων, τους οποίους φαντάζονταν να φεύγουν περίτρομοι στην παρουσία του παπά. Εξίσου όμως αποτελεσματική για το διώξιμο των καλικάντζαρων και των άλλων δαιμόνιων θεωρούσαν και τη στάχτη της δωδεκαμερίτικης φωτιάς. Ο εθιμικός κύκλος του Δωδεκαημέρου κλείνει ουσιαστικά την επομένη των Θεοφανίων, με την εορτή του Αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή.
Τα περισσότερα έθιμα του Δωδεκαήμερου κατάγονται από τις ρωμαϊκές εορτές που τελούνταν την ίδια περίοδο, δηλαδή τα Σατουρνάλια (17-23 Δεκεμβρίου), το Γενέθλιον του Αηττήτου Ηλίου (Dies Natalis Invicti Solis, 25 Δεκεμβρίου) και την Πρώτη των Καλενδών του Ιανουαρίου (Kalendae Januariae). Οι εορτές αυτές ήταν εξαιρετικά δημοφιλείς και είχαν ενσωματώσει πολλά στοιχεία της αρχαιοελληνικής λατρείας, καθώς και της Ανατολής.
Η τοποθέτηση των μεγάλων χριστιανικών επετείων (Γέννησης, Περιτομής και Βάπτισης του Χριστού) στο ίδιο χρονικό διάστημα δεν μπόρεσε να εκτοπίσει τελείως – προπάντων στην ύπαιθρο – τις μακροχρόνιες και βαθιά ριζωμένες συνήθειες των ημερών αυτών. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι μεταμφιέσεις, οι οποίες και σήμερα εξακολουθούν το Δωδεκαήμερο κυρίως σε μέρη του βορειοελλαδικού χώρου (Ραγκουτσάρια, Μωμόγεροι), αλλά και εκτός Ελλάδος (Η γιορτή της Μπεφάνα στη Ρώμη).
Συμπερασματικά, μπορούμε να παρατηρήσουμε ότι τα έθιμα του Δωδεκαημέρου παρουσιάζουν μικτό χαρακτήρα χριστιανικών εκδηλώσεων και παγανιστικών συνηθειών. Στο βάθος υπάρχει η κοινή πεποίθηση ότι όλα αυτά τελούνται την κρίσιμη αυτή εποχή των χειμερινών τροπών του Ηλίου, για την καλή χρονιά και την πλούσια καρποφορία.
Χριστουγεννιάτικα έθιμα απ’ όλη την Ελλάδα
Στη Φλώρινα, οι κάτοικοι υποδέχονται τη γέννηση του Χριστού ανάβοντας μεγάλες φωτιές στις 12 τα μεσάνυχτα της 23ης προς την 24η Δεκεμβρίου. Οι Φωτιές της Φλώρινας συμβολίζουν τη φωτιά που άναψαν οι ποιμένες της Βηθλεέμ για να ζεσταθεί ο νεογέννητος Χριστός. Φωτιές ανάβουν επίσης και το βράδυ της Πρωτοχρονιάς.
Τα παιδιά της κάθε γειτονιάς αρχίζουν τότε να μαζεύουν ξύλα από κέδρο, να τα βάζουν σε ένα ασφαλές μέρος, για να μη τους τα κλέψουν παιδιά από άλλες γειτονιές και ορίζουν ένα φύλακα για κάθε βραδιά.
Αν τα παιδιά καταφέρουν να κλέψουν ξύλα που προορίζονται για τη φωτιά μιας άλλης γειτονιάς, στήνουν γλέντι για το πανηγυρίσουν, ενώ ο ντροπιασμένος θεωρείται ο φύλακας που του έκλεψαν τα ξύλα. Παλιότερα ήταν τόσο μεγάλη η ντροπή για εκείνον που άφησε να του κλέψουν τα ξύλα, που ούτε στο σχολείο δεν τολμούσε να πάει την άλλη μέρα.
Στην Πέλλα αναβιώνει το έθιμο της «Κόλιντα Μπάμπω» που έχει σχέση με τη σφαγή του Ηρώδη. Οι κάτοικοι της περιοχής ανάβουν το βράδυ φωτιές, φωνάζοντας «κόλιντα μπάμπω», δηλαδή «σφάζουν γιαγιά». Σύμφωνα με το έθιμο, οι φωτιές ανάβουν για να μάθουν οι άνθρωποι για τη σφαγή και να προφυλαχτούν.
Στη Σιάτιστα Κοζάνης αναβιώνουν οι «κλαδαριές», τα «κόλιαντα» και τα «μπουμπουσάρια». Οι «κλαδαριές» είναι οι φωτιές που ανάβονται κάθε χρόνο για να ζεστάνουν τον Χριστό. Τα «κόλιαντα» είναι τα κάλαντα στο τοπικό σιατιστινό ιδίωμα, ενώ την ημέρα των Θεοφανίων αναβιώνουν τα «μπουμπουσάρια», δηλαδή τα καρναβάλια με το καθαρά σιατιστινό Αϊβασιλιάτικο χορό.
Όπως γράφει ο λαογράφος Γεώργιος Μπόντας, παλαιότερα τα παιδιά της κάθε γειτονιάς, από τη γιορτή του Αγίου Δημητρίου έκαναν ομάδες και φρόντιζαν να συγκεντρώσουν ξερά χόρτα, τα φουρφούρια (Γεράνεια) ή λόζιο (Χώρα), για να έχουν το απαραίτητο σύνολο ξερών χόρτων, με το οποίο θα τροφοδοτήσουν τη φωτιά, τη λεγόμενη «κλαδαριά», που θα ανάψουν στις 23 Δεκεμβρίου το βράδυ.
Το μεσημέρι της παραμονής Πρωτοχρονιάς, στους δρόμους και τις πλατείες πολλών μακεδονικών πόλεων εκτυλίσσεται η γιορτή του μαγκαλιού. Ο κόσμος αποχαιρετά τον παλιό χρόνο ψήνοντας χοιρινό στο μαγκάλι. Από παλιά, το χοιρινό αποτελούσε κύριο πιάτο των εορτών μετά τη 40ήμερη νηστεία. Οι οικογένειες τάιζαν το γουρούνι, προσπαθώντας να το παχύνουν και το έσφαζαν για το εορταστικό τραπέζι.
Τα Θεοφάνια στη Μακεδονία αναβιώνουν τα «ραγκουτσάρια» στην Καστοριά, οι «φωταράδες» στη Χαλκιδική, τα «τζαμαλάρια» στην Αρνισσα Πέλλας και οι «προδρομίτες» στην Πιερία.
Στην ανατολική Μακεδονία ξεχωριστό ενδιαφέρον παρουσιάζει ο εορτασμός των Θεοφανίων στη Δράμα, με πληθώρα εκδηλώσεων και δρώμενων. Σκοπός τους είναι η εξασφάλιση της καλοχρονίας, δηλαδή η καλή υγεία και η πλούσια γεωργική και κτηνοτροφική παραγωγή. Μαύρες κάπες, δέρματα ζώων, μάσκες, κουδούνια και θόρυβοι, στάχτη και σταχτώματα, χοροί και αγερμοί, αναπαράσταση οργώματος και σποράς, πλούσιο φαγοπότι και ευχές επιδιώκουν να επενεργήσουν στην καρποφορία της φύσης.
Σε απόσταση τεσσάρων χιλιομέτρων από την πόλη της Δράμας βρίσκεται το Μοναστηράκι, όπου κάθε χρόνο, στις 6 Ιανουαρίου, την ημέρα των Θεοφανίων, αναβιώνει το έθιμο των Αράπηδων. Έχει τις ρίζες του στην αρχαία ελληνική θρησκεία και πιο συγκεκριμένα στις διονυσιακές τελετές, ενώ έχει δεχτεί και χριστιανικές επιρροές.
Οι Αράπηδες είναι μια εθιμική παράσταση (δρώμενο) με έντονα την υπερβολή, το μαγικό και το λατρευτικό στοιχείο, στην οποία συμμετέχουν οι κάτοικοι της περιοχής. Είναι μία από τις μεταμφιέσεις του Δωδεκαημέρου (25 Δεκεμβρίου - 6 Ιανουαρίου) που γίνονται στο Νομό Δράμας και πιο συγκεκριμένα στο Μοναστηράκι, στο Βώλακα, στην Πετρούσα, στον Ξηροπόταμο, στους Πύργους και στην Καλή Βρύση.
Το ίδιο έθιμο συναντάμε και στα χωριά Βώλακας, Πετρούσα και Ξηροπόταμος. Αναβιώνει, επίσης, κάθε χρόνο και στη Νίκησιανη του Δήμου Παγγαίου στο νομό Καβάλας.
Οι Μωμόγεροι, ένα είδος λαϊκού παραδοσιακού θεάτρου, αναβιώνει στους Σιταγρούς και Πλατανιά, χωριά όπου υπάρχουν πρόσφυγες από τον Πόντο. Η ονομασία Μωμόγεροι προέρχεται από τις λέξεις μίμος και γέρος, από τις μιμητικές κινήσεις που κάνουν οι πρωταγωνιστές με μορφή γεροντικών προσώπων. Οι παραστάσεις πραγματοποιούνται όλο το Δωδεκαήμερο (Χριστούγεννα, Πρωτοχρονιά και Θεοφάνια).
Στο νησί της Θάσου οι οικογένειες κρατούν ένα πολύ παλιό έθιμο: Το σπόρδισμα των φύλλων. Κάθονται όλοι γύρω από το αναμμένο τζάκι, τραβούν την ανθρακιά προς τα έξω και ρίχνουν γύρω στ' αναμμένα κάρβουνα φύλλα ελιάς, βάζοντας στο νου τους από μία ευχή, χωρίς όμως να την πουν στους άλλους. Όποιου το φύλλο γυρίσει περισσότερο, εκείνου θα πραγματοποιηθεί και η ευχή του.
Στην πόλη της Καβάλας, πολλοί κάτοικοι διατηρούν ακόμα κάποια από τα έθιμα που έφεραν μαζί τους οι πρόσφυγες από την Ανατολική Θράκη, όπως το σπάσιμο του ροδιού μπροστά στην είσοδο του σπιτιού για καλή τύχη, αλλά και η μεταφορά μιας πέτρας -συνήθως από το μικρότερο μέλος της οικογένειας- στο εσωτερικό του σπιτιού για να είναι στέρεο το σπίτι και γερή ολόκληρη η οικογένεια τη νέα χρονιά.
Με θέματα που προέρχονται τόσο από τη σύγχρονη πραγματικότητα, όσο και από τη λαϊκή παράδοση, οι κάτοικοι της Αλεξανδρούπολης συμμετέχουν στις Χριστουγεννιάτικες Γιορτές, που αποτελούν μία ευκαιρία υπόμνησης της πλούσιας σε ήθη, έθιμα και τραγούδια παράδοσης της Θράκης. Από τα έθιμα αυτά ξεχωρίζουν τα πολλά χριστουγεννιάτικα τραγούδια της, γνωστά και ως «Ρουγκάτσια», και εδέσματα όπως τα εννιά νηστίσιμα φαγητά και η «μπάμπο».
Πηγή: sansimera.gr