Η κωδικοποίηση του Ευαγγελίου στη γλώσσα κάθε λαού
👉Η μετάφραση των χριστιανικών κειμένων σε κάθε γλώσσα δίνει στον εκάστοτε λαό την πρόσβαση και τη δυνατότητα να κατανοήσει τις διαχρονικές αλήθειες της χριστιανικής πίστης. Η συμβολή των Βιβλικών Εταιρειών στο τομέα αυτό είναι μοναδική.
Ωστόσο, υπάρχουν ακόμη αρκετές «ζωντανές» γλώσσες και διάλεκτοι στις οποίες δεν έχει μεταφρασθεί η Αγία Γραφή. Στην Αφρική π.χ. ομιλούνται πάνω από επτακόσιες γλώσσες και διάλεκτοι, οι οποίες παρά τη δυναμική επιρροή του δυτικού πολιτισμού παραμένουν ζωντανές στις μέρες μας.
Βέβαια οφείλει κανείς να αναγνωρίσει ότι η μεταφορά των θεολογικών εννοιών και όρων είναι ένα πολυσύνθετο πρόβλημα -14. Το ζήτημα είναι με ποιο τρόπο θα μεταφραστούν και πώς θα αποδοθούν ορισμένοι όροι σε κάθε διάλεκτο.
Βέβαια οφείλει κανείς να αναγνωρίσει ότι η μεταφορά των θεολογικών εννοιών και όρων είναι ένα πολυσύνθετο πρόβλημα -14. Το ζήτημα είναι με ποιο τρόπο θα μεταφραστούν και πώς θα αποδοθούν ορισμένοι όροι σε κάθε διάλεκτο.
Η λύση αυτού του θέματος απαιτεί τη συνεργασία των ιεραποστόλων, κληρικών και λαϊκών, με διάφορους επιστήμονες, οι οποίοι θα αναλάβουν να κωδικοποιήσουν ολόκληρο το χριστιανικό μήνυμα σε διάφορες γλώσσες, υπερβαίνοντας τις θεολογικές, φιλοσοφικές και όποιες άλλες γλωσσικές και νοηματικές δυσχέρειες.
Επιστήμονες, όπως οι εθνολόγοι, οι ιστορικοί, οι φιλόλογοι, οι κοινωνιολόγοι, δύνανται να συμβάλλουν στη μαρτυρία του Χριστιανισμού εργαζόμενοι είτε οι ίδιοι σε ιεραποστολικά κλιμάκια είτε συνεργαζόμενοι από μακριά και ετοιμάζοντας το υλικό για την εν Χριστώ κατήχηση.
Σε συνεργασία με γλωσσολόγους μπορούν να αποσαφηνίζουν έννοιες-15 και να μεταφέρουν το μήνυμα του Ευαγγελίου με αμεσότητα και πληρότητα στη γλωσσική και νοηματική ιδιοσυγκρασία κάθε φυλής και έθνους. Διαφορετικά εγκυμονεί ο κίνδυνος η Εκκλησία «να προσκολληθεί σε μια γλώσσα του παρελθόντος και μάλιστα να την εκλάβει ως γλώσσα του ίδιου του Θεού»-16.
Εξάλλου, σε κάθε μεταφραστική προσπάθεια ενδείκνυται και η συνεργασία των μορφωμένων νεοφώτιστων. Πιο συγκεκριμένα, τα κείμενα στη γηγενή γλώσσα οφείλουν να ακολουθούνται από τη σχετική ερμηνεία, η οποία θα περιλαμβάνει τις ιδέες και τα ξεχωριστά λεκτικά ιδιώματα κάθε φυλής και τους ιδιωματισμούς, ώστε τα ευαγγελικά μηνύματα να καταστούν εκ των θεμελίων κτήμα των ντόπιων.
Εξάλλου, σε κάθε μεταφραστική προσπάθεια ενδείκνυται και η συνεργασία των μορφωμένων νεοφώτιστων. Πιο συγκεκριμένα, τα κείμενα στη γηγενή γλώσσα οφείλουν να ακολουθούνται από τη σχετική ερμηνεία, η οποία θα περιλαμβάνει τις ιδέες και τα ξεχωριστά λεκτικά ιδιώματα κάθε φυλής και τους ιδιωματισμούς, ώστε τα ευαγγελικά μηνύματα να καταστούν εκ των θεμελίων κτήμα των ντόπιων.
Επίσης, αυτή η ερμηνευτική διαδικασία έχει ιδιαίτερη σημασία και για πρακτικούς λόγους· βοηθάει στη βαθύτερη κατανόηση, καθώς και στη συνειδητοποιημένη και πιο ενεργή συμμετοχή των νεοφώτιστων στην ορθόδοξη λατρευτική πράξη, η οποία αποτελεί τον πυρήνα της χριστιανικής ζωής, Κατά συνέπεια, η συμβολή των ιθαγενών χριστιανών κρίνεται απαραίτητη για την ορθή και σαφή κωδικοποίηση της χριστιανικής διδαχής.
Η επιλογή λοιπόν της ζωντανής γλώσσας κάθε λαού σημαίνει το ενδιαφέρον για την άμεση πρόσληψη του μηνύματος του Ευαγγελίου. Η θέση αυτή εκφράζει τη βασική μέθοδο της Εκκλησίας, ώστε τα χαρμόσυνα νέα των ευαγγελίων να ακουστούν και να κατανοηθούν από όλον τον κόσμο. «Το μήνυμα της Εκκλησίας μας παραμένει πάντοτε αναλλοίωτο (Μτ. 12:35). […] Οι υπόλοιποι παράγοντες που συντελούν στη μετάδοση, πρόσληψη και αποδοχή του λόγου/μηνύματος ή και της πίστης/πρότασης της Εκκλησίας μας, μεταβάλλονται μέσα στο χρόνο και οφείλουν να προσαρμόζονται στα μέτρα της κάθε εποχής, εφ’ όσον το ζητούμενο παραμένει πάντα η επικοινωνία»-17. Σε αυτή τη διαδικασία μπορούν να συμβάλλουν όλα τα μέλη της Εκκλησίας μέσα από την αξιοποίηση σύγχρονων αγωγών επικοινωνίας-18.
Το ζητούμενο λοιπόν είναι να «σαρκωθεί» το Ευαγγέλιο στη γλώσσα, δηλαδή στον κώδικα επικοινωνίας και στις ιδιαίτερες πολιτισμικές αναπαραστάσεις κάθε τόπου. Σε αυτή την περίπτωση η γλώσσα αποτελεί τον κώδικα στον οποίο συγκεντρώνεται και κατατάσσεται συστηματικά η διαχρονική αλήθεια του Ευαγγελίου. Έτσι το μήνυμα της εν Χριστώ σωτηρίας μπορεί να προσληφθεί με αμεσότητα από κάθε άνθρωπο στη δική του γλώσσα, στη δική του πολιτισμική έκφραση.
Η επιλογή λοιπόν της ζωντανής γλώσσας κάθε λαού σημαίνει το ενδιαφέρον για την άμεση πρόσληψη του μηνύματος του Ευαγγελίου. Η θέση αυτή εκφράζει τη βασική μέθοδο της Εκκλησίας, ώστε τα χαρμόσυνα νέα των ευαγγελίων να ακουστούν και να κατανοηθούν από όλον τον κόσμο. «Το μήνυμα της Εκκλησίας μας παραμένει πάντοτε αναλλοίωτο (Μτ. 12:35). […] Οι υπόλοιποι παράγοντες που συντελούν στη μετάδοση, πρόσληψη και αποδοχή του λόγου/μηνύματος ή και της πίστης/πρότασης της Εκκλησίας μας, μεταβάλλονται μέσα στο χρόνο και οφείλουν να προσαρμόζονται στα μέτρα της κάθε εποχής, εφ’ όσον το ζητούμενο παραμένει πάντα η επικοινωνία»-17. Σε αυτή τη διαδικασία μπορούν να συμβάλλουν όλα τα μέλη της Εκκλησίας μέσα από την αξιοποίηση σύγχρονων αγωγών επικοινωνίας-18.
Το ζητούμενο λοιπόν είναι να «σαρκωθεί» το Ευαγγέλιο στη γλώσσα, δηλαδή στον κώδικα επικοινωνίας και στις ιδιαίτερες πολιτισμικές αναπαραστάσεις κάθε τόπου. Σε αυτή την περίπτωση η γλώσσα αποτελεί τον κώδικα στον οποίο συγκεντρώνεται και κατατάσσεται συστηματικά η διαχρονική αλήθεια του Ευαγγελίου. Έτσι το μήνυμα της εν Χριστώ σωτηρίας μπορεί να προσληφθεί με αμεσότητα από κάθε άνθρωπο στη δική του γλώσσα, στη δική του πολιτισμική έκφραση.
Σύμφωνα με την προσφιλή έκφραση του νυν Αρχιεπισκόπου Αλβανίας Αναστασίου, στο χώρο της Εκκλησίας δεν αναζητείται «η ομοιομορφία, αλλά η ομοψυχία στην πολυφωνία»-19. Επομένως, στο χώρο της ιεραποστολής δε χρειάζεται σε καμία περίπτωση να επιβληθεί με έμμεσο τρόπο μια γλώσσα.
Στην Εκκλησία καμία γλώσσα δεν είναι «ιερή», αλλά όλες οι γλώσσες και οι κώδικες επικοινωνίας-20 είναι «ιεροί». Με πιο απλά λόγια, όλες οι ανθρώπινες γλώσσες είναι και «γλώσσες» του Θεού.
14- Αναστασίου Αρχιεπισκόπου Τιράνων, Η λησμονημένη εντολή «Πορευθέντες», ό.π., σελ. 212.
15- Πρβλ. και τις καίριες επί του θέματος παρατηρήσεις του Ηλία Βουλγαράκη στο «Γλώσσα και Ιεραποστολή», Πορευθέντες, τεύχ. 15 (1962), σελ. 43.
16- Θαν. Παπαθανασίου, Η Εκκλησία γίνεται όταν ανοίγεται, εκδ. εν πλω, Αθήνα 2008, σελ. 50.
17- Δήμ. Κούκουρα, Εκκλησία και Γλώσσα, ό.π., σελ. 98-99.
18- Ν. Τσιρέβελου, Το μήνυμα των Χριστουγέννων. Μελέτη σε σύγχρονα Ομιλιάρια, εκδ. Μπαρμπουνάκης, Θεσσαλονίκη 2021, σελ. 128.
19- Αναστασίου Αρχιεπισκόπου Τιράνων, Παγκοσμιότητα και Ορθοδοξία, ό.π., σελ. 131.
20- Η αναφορά στο αυτό το σημείο γίνεται για τους κώδικες επικοινωνίας και τις γλώσσες των κωφαλάλων και των τυφλών.
Νικόλαος Τσιρέβελος, Δρ. Ομιλητικής, Διδάσκων στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Επισκέπτης Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Logos (Τίρανα)
14- Αναστασίου Αρχιεπισκόπου Τιράνων, Η λησμονημένη εντολή «Πορευθέντες», ό.π., σελ. 212.
15- Πρβλ. και τις καίριες επί του θέματος παρατηρήσεις του Ηλία Βουλγαράκη στο «Γλώσσα και Ιεραποστολή», Πορευθέντες, τεύχ. 15 (1962), σελ. 43.
16- Θαν. Παπαθανασίου, Η Εκκλησία γίνεται όταν ανοίγεται, εκδ. εν πλω, Αθήνα 2008, σελ. 50.
17- Δήμ. Κούκουρα, Εκκλησία και Γλώσσα, ό.π., σελ. 98-99.
18- Ν. Τσιρέβελου, Το μήνυμα των Χριστουγέννων. Μελέτη σε σύγχρονα Ομιλιάρια, εκδ. Μπαρμπουνάκης, Θεσσαλονίκη 2021, σελ. 128.
19- Αναστασίου Αρχιεπισκόπου Τιράνων, Παγκοσμιότητα και Ορθοδοξία, ό.π., σελ. 131.
20- Η αναφορά στο αυτό το σημείο γίνεται για τους κώδικες επικοινωνίας και τις γλώσσες των κωφαλάλων και των τυφλών.
Νικόλαος Τσιρέβελος, Δρ. Ομιλητικής, Διδάσκων στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Επισκέπτης Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Logos (Τίρανα)
Το διάβασα στο pemptousia.gr