Ό,τι δεν πέτυχαν η κρίση χρέους και η διάλυσης της Ευρωζώνης, το πετυχαίνει η απειλή της πανδημίας
⍆Ό,τι δεν πέτυχαν η κρίση χρέους και ο κίνδυνος διάλυσης της Ευρωζώνης... πριν από μία δεκαετία το πετυχαίνουν σήμερα η απειλή της πανδημίας, η ανάγκη για μάχη απέναντι σε μία τριπλή καταστροφή: υγειονομική, οικονομική και κοινωνική. Η Ε.Ε. ετοιμάζεται να κάνει ένα ιστορικό, μεγάλο βήμα στην κατεύθυνση της πραγματικής ενότητας και της δημοσιονομικής ένωσης. Αυτό σίγουρα δεν θα είναι χωρίς εμπόδια, δεν θα έρθει χωρίς υποχωρήσεις και συμβιβασμούς. Αλλά όταν προτείνεται από την Κομισιόν και έχει τη στήριξη των δύο μεγάλων (Γερμανίας- Γαλλίας) και δεν είναι απλά ένα «όνειρο» του Νότου, υπάρχει ελπιδα.
Οι Ευρωπαίοι αντιληφήθηκαν ότι οι ανισορροπίες και οι αποκλίσεις, που επιμένουν εδώ και δεκαετίες, σήμερα σημαίνουν ότι ο «πόνος» της πανδημίας απλώνεται άνισα ανά την ήπειρο. Δεν έχουν όλες οι χώρες τα ίδια περιθώρια αντίδρασης, τις ίδιες δυνατότητες δανεισμού και αύξησης των δαπανών τους. Αλλά αν οι πιο αδύναμοι αφεθούν στη μοίρα τους, ο ήδη ενισχυμένος ευρωσκεπτκισμός θα βρει την ευκαιρία που περιμένει και τα σενάρια διάσπασης δεν θα αργήσουν να γίνουν εφιαλτική πραγματικότητα.
Έχοντας αυτά κατά νου η Κομισιόν (στα βήματα του πρόσφατου γαλλογερμανικού σχεδίου) προτείνει κοινό δανεισμό 750 δισ. ευρώ, προκειμένου να διαθέσει 500 δισ. ευρώ σε επιχορηγήσεις προς τα κράτη μέλη (με Ιταλία και Ισπανία να λαμβάνουν τη μερίδα του λέοντος, αλλά και την Ελλάδα να εξασφαλίζει 22,5 δισ. ευρώ) και επιπλέον 250 δισ. ευρώ σε δάνεια (από αυτά η χώρα μας μπορεί να πάρει επιπλέον 9,5 δισ. ευρώ). Το πακέτο συμπληρώνει ένας 7ετης προϋπολογισμός 1,1 τρισ. ευρώ, που ανεβάζει τη δύναμη πυρός στα 1,8 τρισ. ευρώ. Δεν είναι μόνο το άνευ προηγουμένου ύψος του σχεδίου, που εξέπληξε ευχάριστα όσους τόνιζαν την ανάγκη για άμεση, αποφασιστική δράση. Είναι πρωτίστως η τόλμη του σε μία κοινότητα, που έως πρόσφατα απέρριπτε κατηγορηματικά μεταβιβάσεις και κοινό δανεισμό. Το πανίσχυρο αυτό ταμπού σπάει πια ακόμη και για τη Γερμανία.
H Eυρώπη λοιπόν επέστρεψε. Αυτή είναι η ώρα της, όπως υπογράμμισε χθες και η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν. Αυτή είναι η στιγμή της μεγάλης απόφασης: προχωράμε μαζί, επενδύοντας στο κοινό μας μέλλον ή μένει ο καθένας μόνος του; Κανείς δεν τολμά να ξεστομίσει το δεύτερο, ούτε καν οι λεγόμενοι «Τέσσερις Λιτοδίαιτοι» του Βορρά (Frugal Four). Αυστρία, Ολλανδία, Δανία, Σουηδία συμφωνούν στην ανάγκη κοινής δράσης όπως και στην έκτασή της, αλλά θα πιέσουν όσο περισσότερο μπορούν να περιοριστεί το μερίδιο των επιχορηγήσεων, να αυξηθεί εκείνο των δανείων και να συνοδευθούν τα τελευταία από αυστηρούς όρους.
Η μάχη που θα δοθεί θα είναι σκληρή. Αλλά η πραγματικότα που ζει σήμερα η ήπειρος είναι ακόμη πιο σκληρή. Η Ε.Ε. αντιμέτωπη με την πιο επώδυνη ύφεση εν καιρώ ειρήνης καλείται να κάνει εγκαίρως αυτό που απέφευγε επί χρόνια. Ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Όλαφ Σολτς δήλωσε πρόσφατα: «Πιστεύω ότι στον δρόμο προς την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, ο προσωρινός δανεισμός σε ευρωπαϊκό επίπεδο δεν θα πρέπει να αποτελεί ταμπού... Είναι κάτι που παραπέμπει παράδειγμα του Αλεξάντερ Χάμιλτον το 1790».
Η σύγκριση με τις ΗΠΑ βεβαίως δεν είναι εύκολη. Η Ε.Ε. εξακολουθεί να είναι μία ένωση κυρίαρχων κρατών, αρκετά εκ των οποίων αντιστέκονται σε περαιτέρω ενοποίηση και δεν θέλουν να σηκώσουν «τα βάρη των άλλων». Ας βάλει καθένα από αυτά στη ζυγαριά βάρη και οφέλη από την συμμετοχή στην κοινότητα για να δει προς τα πού θα γείρει.
Οι Ευρωπαίοι αντιληφήθηκαν ότι οι ανισορροπίες και οι αποκλίσεις, που επιμένουν εδώ και δεκαετίες, σήμερα σημαίνουν ότι ο «πόνος» της πανδημίας απλώνεται άνισα ανά την ήπειρο. Δεν έχουν όλες οι χώρες τα ίδια περιθώρια αντίδρασης, τις ίδιες δυνατότητες δανεισμού και αύξησης των δαπανών τους. Αλλά αν οι πιο αδύναμοι αφεθούν στη μοίρα τους, ο ήδη ενισχυμένος ευρωσκεπτκισμός θα βρει την ευκαιρία που περιμένει και τα σενάρια διάσπασης δεν θα αργήσουν να γίνουν εφιαλτική πραγματικότητα.
Έχοντας αυτά κατά νου η Κομισιόν (στα βήματα του πρόσφατου γαλλογερμανικού σχεδίου) προτείνει κοινό δανεισμό 750 δισ. ευρώ, προκειμένου να διαθέσει 500 δισ. ευρώ σε επιχορηγήσεις προς τα κράτη μέλη (με Ιταλία και Ισπανία να λαμβάνουν τη μερίδα του λέοντος, αλλά και την Ελλάδα να εξασφαλίζει 22,5 δισ. ευρώ) και επιπλέον 250 δισ. ευρώ σε δάνεια (από αυτά η χώρα μας μπορεί να πάρει επιπλέον 9,5 δισ. ευρώ). Το πακέτο συμπληρώνει ένας 7ετης προϋπολογισμός 1,1 τρισ. ευρώ, που ανεβάζει τη δύναμη πυρός στα 1,8 τρισ. ευρώ. Δεν είναι μόνο το άνευ προηγουμένου ύψος του σχεδίου, που εξέπληξε ευχάριστα όσους τόνιζαν την ανάγκη για άμεση, αποφασιστική δράση. Είναι πρωτίστως η τόλμη του σε μία κοινότητα, που έως πρόσφατα απέρριπτε κατηγορηματικά μεταβιβάσεις και κοινό δανεισμό. Το πανίσχυρο αυτό ταμπού σπάει πια ακόμη και για τη Γερμανία.
H Eυρώπη λοιπόν επέστρεψε. Αυτή είναι η ώρα της, όπως υπογράμμισε χθες και η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν. Αυτή είναι η στιγμή της μεγάλης απόφασης: προχωράμε μαζί, επενδύοντας στο κοινό μας μέλλον ή μένει ο καθένας μόνος του; Κανείς δεν τολμά να ξεστομίσει το δεύτερο, ούτε καν οι λεγόμενοι «Τέσσερις Λιτοδίαιτοι» του Βορρά (Frugal Four). Αυστρία, Ολλανδία, Δανία, Σουηδία συμφωνούν στην ανάγκη κοινής δράσης όπως και στην έκτασή της, αλλά θα πιέσουν όσο περισσότερο μπορούν να περιοριστεί το μερίδιο των επιχορηγήσεων, να αυξηθεί εκείνο των δανείων και να συνοδευθούν τα τελευταία από αυστηρούς όρους.
Η μάχη που θα δοθεί θα είναι σκληρή. Αλλά η πραγματικότα που ζει σήμερα η ήπειρος είναι ακόμη πιο σκληρή. Η Ε.Ε. αντιμέτωπη με την πιο επώδυνη ύφεση εν καιρώ ειρήνης καλείται να κάνει εγκαίρως αυτό που απέφευγε επί χρόνια. Ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Όλαφ Σολτς δήλωσε πρόσφατα: «Πιστεύω ότι στον δρόμο προς την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, ο προσωρινός δανεισμός σε ευρωπαϊκό επίπεδο δεν θα πρέπει να αποτελεί ταμπού... Είναι κάτι που παραπέμπει παράδειγμα του Αλεξάντερ Χάμιλτον το 1790».
Η σύγκριση με τις ΗΠΑ βεβαίως δεν είναι εύκολη. Η Ε.Ε. εξακολουθεί να είναι μία ένωση κυρίαρχων κρατών, αρκετά εκ των οποίων αντιστέκονται σε περαιτέρω ενοποίηση και δεν θέλουν να σηκώσουν «τα βάρη των άλλων». Ας βάλει καθένα από αυτά στη ζυγαριά βάρη και οφέλη από την συμμετοχή στην κοινότητα για να δει προς τα πού θα γείρει.
Το διάβασα στο naftemporiki.gr