Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ - Άντριαν Μονκ: "Αγαπάμε τους ανθρώπους, δεν θέλουμε το κακό τους..."
👉Ανώτερος αξιωματούχος του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ (WEF) παραπονέθηκε προσφάτως ότι η παγκοσμιοποιητική οργάνωση δέχεται υπερβολική κριτική, απαιτώντας από τους επικριτές να ασχοληθούν με πιο σημαντικά ζητήματα από τις «θεωρίες συνωμοσίας».
Συγκεκριμένα, ο Άντριαν Μονκ, διευθύνων σύμβουλος του WEF και πρώην δημοσιογράφος, επέκρινε πολιτικούς που αμφισβήτησαν τις πολιτικές προτάσεις του παγκοσμιοποιητικού οργανισμού, ιδιαίτερα στον Καναδά, όπου έλαβε χώρα μια εθνική συζήτηση για το WEF τον τελευταίο χρόνο εν μέσω της πανδημίας και της ενεργειακής κρίσης.
«Δυστυχώς, ο Καναδάς ήταν ένα από εκείνα τα μέρη όπου… υπάρχει μια ευπάθεια στην παραπληροφόρηση. Είναι μια ανοιχτή κοινωνία. Και… αυτό το συγκεκριμένο σκέλος της παραπληροφόρησης μπήκε στο κύριο ρεύμα της κοινωνίας και της πολιτικής», φέρεται να είπε ο Monck στο The House του CBC Radio.
«Ο Καναδάς θα έπρεπε να μιλάει για άλλα πράγματα αυτή την στιγμή. Δεν θα έπρεπε πραγματικά να μιλάμε για το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ που εδρεύει εδώ στην Γενεύη. Όλα αυτά προέρχονται από ορισμένους φορείς παραπληροφόρησης», πρόσθεσε ο Monck.
Ο Monck συνέχισε ισχυριζόμενος ότι ο όρος «Μεγάλη Επανεκκίνηση» είναι στην πραγματικότητα απλώς ένα αβλαβές σημείο συζήτησης που δημιουργήθηκε κατά την διάρκεια της πανδημίας COVID και δεν χρήζει πραγματικής προσοχής.
«Η ιδέα (της Μεγάλης Επανεκκίνησης) ήταν ότι θα έπρεπε επίσης να προσπαθήσουμε και να προτείνουμε στους ανθρώπους να σκεφτούν και να κάνουν πράγματα που θα βοηθούσαν στην καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής και στην οικονομία», είπε στην Catherine Cullen, παρουσιάστρια του The House του CBC Radio.
«Ένα από τα πράγματα που προσπαθεί να κάνει ο οργανισμός μας είναι να πει στους ανθρώπους: ‘Κοιτάξτε πέρα από την μία εβδομάδα, τους τρεις μήνες και σκεφτείτε ίσως κάποια από τα πιο μακροπρόθεσμα πράγματα που θα μπορούσατε να κάνετε. Αυτός ήταν ο στόχος της Μεγάλης Επανεκκίνηση το καλοκαίρι του 2020».
Ο Monck είπε πως όποιος τολμάει να επικρίνει το WEF είναι αντισημίτης:
«Πιστεύω ότι οι πολιτικοί πρέπει να κοιτάξουν πολύ προσεκτικά την γλώσσα που χρησιμοποιούν και από πού προέρχονται ορισμένα από αυτά τα πράγματα που λένε, και αν προέρχονται από χώρο… παραπληροφόρησης και ιδιαίτερα αντισημιτισμού .
Νομίζω ότι πρέπει να κοιτάξουν πολύ προσεκτικά πως δρουν».
Όπως σχολιάζουν εναλλακτικά μέσα ενημέρωσης στις ΗΠΑ:
«Φυσικά, το επιχείρημα του Monck είναι από μόνο του παραπληροφόρηση. Ο ίδιος ο ιδρυτής του WEF, Klaus Schwab, καυχήθηκε ότι η οργάνωσή του «εισχώρησε στα γραφεία» πολλών κυβερνήσεων μέσω του προγράμματος Young Global Leaders για να διευκολύνει τις πολιτικές της Μεγάλης Επανεκκίνησης — αυτό το γεγονός από μόνο του αρκεί για να απορρίψει τις καταγγελίες του Monck.
Το Great Reset (Μεγάλη Επανεκκίνηση είναι μια πολύπλευρη πρωτοβουλία για την αποβιομηχάνιση του ανεπτυγμένου κόσμου, την μετατροπή του παγκόσμιου συστήματος τροφίμων με την σταδιακή κατάργηση του κρέατος υπέρ των εντόμων και των τροφών εργαστηρίου, την ανάπτυξη ενός κινεζικού τύπου συστήματος κοινωνικής βαθμολογίας και τον αυστηρό έλεγχο των κινήσεων των ανθρώπων, όλα στο όνομα καταπολέμησης της κλιματικής αλλαγής και της διατήρησης της «διεθνιστικής δημοκρατίας»).
Συγκεκριμένα, ο Άντριαν Μονκ, διευθύνων σύμβουλος του WEF και πρώην δημοσιογράφος, επέκρινε πολιτικούς που αμφισβήτησαν τις πολιτικές προτάσεις του παγκοσμιοποιητικού οργανισμού, ιδιαίτερα στον Καναδά, όπου έλαβε χώρα μια εθνική συζήτηση για το WEF τον τελευταίο χρόνο εν μέσω της πανδημίας και της ενεργειακής κρίσης.
«Δυστυχώς, ο Καναδάς ήταν ένα από εκείνα τα μέρη όπου… υπάρχει μια ευπάθεια στην παραπληροφόρηση. Είναι μια ανοιχτή κοινωνία. Και… αυτό το συγκεκριμένο σκέλος της παραπληροφόρησης μπήκε στο κύριο ρεύμα της κοινωνίας και της πολιτικής», φέρεται να είπε ο Monck στο The House του CBC Radio.
«Ο Καναδάς θα έπρεπε να μιλάει για άλλα πράγματα αυτή την στιγμή. Δεν θα έπρεπε πραγματικά να μιλάμε για το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ που εδρεύει εδώ στην Γενεύη. Όλα αυτά προέρχονται από ορισμένους φορείς παραπληροφόρησης», πρόσθεσε ο Monck.
Ο Monck συνέχισε ισχυριζόμενος ότι ο όρος «Μεγάλη Επανεκκίνηση» είναι στην πραγματικότητα απλώς ένα αβλαβές σημείο συζήτησης που δημιουργήθηκε κατά την διάρκεια της πανδημίας COVID και δεν χρήζει πραγματικής προσοχής.
«Η ιδέα (της Μεγάλης Επανεκκίνησης) ήταν ότι θα έπρεπε επίσης να προσπαθήσουμε και να προτείνουμε στους ανθρώπους να σκεφτούν και να κάνουν πράγματα που θα βοηθούσαν στην καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής και στην οικονομία», είπε στην Catherine Cullen, παρουσιάστρια του The House του CBC Radio.
«Ένα από τα πράγματα που προσπαθεί να κάνει ο οργανισμός μας είναι να πει στους ανθρώπους: ‘Κοιτάξτε πέρα από την μία εβδομάδα, τους τρεις μήνες και σκεφτείτε ίσως κάποια από τα πιο μακροπρόθεσμα πράγματα που θα μπορούσατε να κάνετε. Αυτός ήταν ο στόχος της Μεγάλης Επανεκκίνηση το καλοκαίρι του 2020».
Ο Monck είπε πως όποιος τολμάει να επικρίνει το WEF είναι αντισημίτης:
«Πιστεύω ότι οι πολιτικοί πρέπει να κοιτάξουν πολύ προσεκτικά την γλώσσα που χρησιμοποιούν και από πού προέρχονται ορισμένα από αυτά τα πράγματα που λένε, και αν προέρχονται από χώρο… παραπληροφόρησης και ιδιαίτερα αντισημιτισμού .
Νομίζω ότι πρέπει να κοιτάξουν πολύ προσεκτικά πως δρουν».
Όπως σχολιάζουν εναλλακτικά μέσα ενημέρωσης στις ΗΠΑ:
«Φυσικά, το επιχείρημα του Monck είναι από μόνο του παραπληροφόρηση. Ο ίδιος ο ιδρυτής του WEF, Klaus Schwab, καυχήθηκε ότι η οργάνωσή του «εισχώρησε στα γραφεία» πολλών κυβερνήσεων μέσω του προγράμματος Young Global Leaders για να διευκολύνει τις πολιτικές της Μεγάλης Επανεκκίνησης — αυτό το γεγονός από μόνο του αρκεί για να απορρίψει τις καταγγελίες του Monck.
Το Great Reset (Μεγάλη Επανεκκίνηση είναι μια πολύπλευρη πρωτοβουλία για την αποβιομηχάνιση του ανεπτυγμένου κόσμου, την μετατροπή του παγκόσμιου συστήματος τροφίμων με την σταδιακή κατάργηση του κρέατος υπέρ των εντόμων και των τροφών εργαστηρίου, την ανάπτυξη ενός κινεζικού τύπου συστήματος κοινωνικής βαθμολογίας και τον αυστηρό έλεγχο των κινήσεων των ανθρώπων, όλα στο όνομα καταπολέμησης της κλιματικής αλλαγής και της διατήρησης της «διεθνιστικής δημοκρατίας»).