«Τhe Greatest Showman»: Ο Χιου Τζάκμαν ενσαρκώνει τον άνθρωπο που οραματίστηκε το μεγαλύτερο σόου στον κόσμο
⍆Ο Χιου Τζάκμαν γίνεται «The greatest Showman», ένα βρετανικό «Party» στον απόηχο του....
δημοψηφίσματος για το Brexit...
The Greatest Showman
Σκηνοθεσία: Μάικλ Γκρέισι
Παίζουν: Χιου Τζάκμαν, Ζακ Έφρον, Μισέλ Γουίλιαμς, Ρεμπέκα Φέργκιουσον, Ζεντάγια
Περίληψη:
Η ιστορία του πρωτοπόρου Φ.Τ. Μπάρνουμ, του ανθρώπου που οραματίστηκε το μεγαλύτερο σόου στον κόσμο, ξεκινώντας από το μηδέν και την πεποίθηση πως μπορούμε να μετατρέψουμε την άχρωμη καθημερινότητα της ζωής μας σε απόλυτη μαγεία.
Η κλασική συνταγή του μιούζικαλ, αυτή τη φορά από τον Μάικλ Γκρέισι, που απέσπασε τρεις υποψηφιότητες για Χρυσή Σφαίρα (Καλύτερης ταινίας κωμωδίας ή μιούζικαλ, A΄ Ανδρικού ρόλου για τον Χιου Τζάκμαν και Καλύτερου Πρωτότυπου Τραγουδιού) είναι ό,τι πρέπει για τις μέρες των γιορτών.
Η ιστορία του Φ.Τ. Μπάρνουμ, του ανθρώπου που έφτιαξε το πρώτο show κι έκανε την Αμερική Μέκκα της διασκέδασης, φτάνοντας μέχρι και στο Μπάκιγχαμ, ενέπνευσε τον Αυστραλό Γκρέισι που στο σκηνοθετικό του ντεμπούτο, ακολουθώντας τα χνάρια του Μπαζ Λούρμαν, στήνει ένα υπερθέαμα για όλη την οικογένεια, μιλώντας φυσικά για την μεγαλύτερη βιομηχανία των ΗΠΑ.
Ο πραγματικός Μπάρνουμ ήταν περίπλοκος όσο κι η εποχή στην οποία ζούσε, γεμάτος αντιφατικές παρορμήσεις, ανθρώπινες όσο και οπορτουνιστικές.
Είχε μία φυσική κλίση για τη δημοσιότητα και την προώθηση και ξεκίνησε την καριέρά του στα δώδεκα, πουλώντας λαχεία. Αργότερα, κέρδισε την αγάπη της κατά πολύ πλουσιότερης γυναίκας του. Αφού δοκιμάστηκε σε διάφορες δουλειές, κατέληξε σε αυτό που αποκαλούσε «σόουμπιζ». Έφτιαξε το Αμερικανικό Μουσείο Μπάρνουμ στο Μπρόντγουεϊ, ένα δημοφιλές freak show, δίνοντας σε πλάσματα περιθωριοποιημένα το δικαίωμα να υπάρχουν, και εξελίχθηκε σε έναν μεγάλο και ζάμπλουτο παραγωγό , που είχε την τρομακτική ικανότητα να αναγεννιέται από τις στάχτες του και να προσφέρει στον κόσμο ένα ανεκτίμητο αγαθό: τη χαρά.
Ο Γκρέισι ακολουθεί κατά γράμμα τις επιταγές των μιούζικαλ και την αφηγηματική οδό των success stories, φροντίζει να υπογραμμίσει το επίκαιρο μήνυμα περί διαφορετικότητας, επενδύει στο star quality του Χιού Τζάκμαν, που χορεύει άψογα, τραγουδάει και είναι πιο λαμπερός από ποτέ, για να απευθυνθεί σε ένα ευρύ κοινό. Σίγουρα, το σενάριό του δεν εμβαθύνει στις σκοτεινές πλευρές του Μπάρνουμ, ξεπερνάει εντέχνως τον τυχοδιωκτισμό του που παρουσιάζεται μόνο ως εκκεντρικότητα, δεν εξελίσσει παρά ελάχιστα τις προσωπικές του σχέσεις με τους συνεργάτες του και τη σύζυγό του, που την υποδύεται η πολύ καλή Μισέλ Ουίλιαμς.
Ταυτόχρονα, οι δευτερεύουσες ιστορίες, όπως αυτή του βασικού συνεταίρου που ερωτεύεται παράφορα την έγχρωμη ακροβάτισσα του τσίρκου, περιορίζεται σε όλα τα ρομαντικά κλισέ του Χόλιγουντ, χωρίς εκπλήξεις.
Έτσι ο Γκρέισι χάνει την ευκαιρία να κάνει ένα ουσιαστικό σχόλιο πάνω στη βιομηχανία του θεάματος, αντίθετα ωραιοποιεί τις καταστάσεις, όπως άλλωστε ένας μεγάλος showman ξέρει και μπορεί να κάνει. Τα τραγούδια, που υπογράφουν οι βραβευμένοι με Όσκαρ στιχουργοί, Μπεντζ Πέισεκ και Τζάστιν Πολ («La La Land»,) εδώ κινούνται στους δρόμους της ποπ, πράγμα δεν ταιριάζει πάντα με το κλίμα και την εποχή- για παράδειγμα όταν η Ρεμπέκα Φέργκιουσον, που υποδύεται μια μεγάλη ντίβα της όπερας, τραγουδάει ως άλλη Σελίν Ντιόν, δεν είναι και πολύ πιεστικό, αλλά όλα αυτά δεν έχουν και τόση σημασία «because it’s show time», όπως θα έλεγε και ο Μπάρνουμ, οπότε με αυτή τη λογική, η ταινία του Γκρέισι κάνει τη δουλειά της και σίγουρα θα σας φτιάξει τη διάθεση.
δημοψηφίσματος για το Brexit...
The Greatest Showman
Σκηνοθεσία: Μάικλ Γκρέισι
Παίζουν: Χιου Τζάκμαν, Ζακ Έφρον, Μισέλ Γουίλιαμς, Ρεμπέκα Φέργκιουσον, Ζεντάγια
Περίληψη:
Η ιστορία του πρωτοπόρου Φ.Τ. Μπάρνουμ, του ανθρώπου που οραματίστηκε το μεγαλύτερο σόου στον κόσμο, ξεκινώντας από το μηδέν και την πεποίθηση πως μπορούμε να μετατρέψουμε την άχρωμη καθημερινότητα της ζωής μας σε απόλυτη μαγεία.
Η κλασική συνταγή του μιούζικαλ, αυτή τη φορά από τον Μάικλ Γκρέισι, που απέσπασε τρεις υποψηφιότητες για Χρυσή Σφαίρα (Καλύτερης ταινίας κωμωδίας ή μιούζικαλ, A΄ Ανδρικού ρόλου για τον Χιου Τζάκμαν και Καλύτερου Πρωτότυπου Τραγουδιού) είναι ό,τι πρέπει για τις μέρες των γιορτών.
Η ιστορία του Φ.Τ. Μπάρνουμ, του ανθρώπου που έφτιαξε το πρώτο show κι έκανε την Αμερική Μέκκα της διασκέδασης, φτάνοντας μέχρι και στο Μπάκιγχαμ, ενέπνευσε τον Αυστραλό Γκρέισι που στο σκηνοθετικό του ντεμπούτο, ακολουθώντας τα χνάρια του Μπαζ Λούρμαν, στήνει ένα υπερθέαμα για όλη την οικογένεια, μιλώντας φυσικά για την μεγαλύτερη βιομηχανία των ΗΠΑ.
Ο πραγματικός Μπάρνουμ ήταν περίπλοκος όσο κι η εποχή στην οποία ζούσε, γεμάτος αντιφατικές παρορμήσεις, ανθρώπινες όσο και οπορτουνιστικές.
Είχε μία φυσική κλίση για τη δημοσιότητα και την προώθηση και ξεκίνησε την καριέρά του στα δώδεκα, πουλώντας λαχεία. Αργότερα, κέρδισε την αγάπη της κατά πολύ πλουσιότερης γυναίκας του. Αφού δοκιμάστηκε σε διάφορες δουλειές, κατέληξε σε αυτό που αποκαλούσε «σόουμπιζ». Έφτιαξε το Αμερικανικό Μουσείο Μπάρνουμ στο Μπρόντγουεϊ, ένα δημοφιλές freak show, δίνοντας σε πλάσματα περιθωριοποιημένα το δικαίωμα να υπάρχουν, και εξελίχθηκε σε έναν μεγάλο και ζάμπλουτο παραγωγό , που είχε την τρομακτική ικανότητα να αναγεννιέται από τις στάχτες του και να προσφέρει στον κόσμο ένα ανεκτίμητο αγαθό: τη χαρά.
Ο Γκρέισι ακολουθεί κατά γράμμα τις επιταγές των μιούζικαλ και την αφηγηματική οδό των success stories, φροντίζει να υπογραμμίσει το επίκαιρο μήνυμα περί διαφορετικότητας, επενδύει στο star quality του Χιού Τζάκμαν, που χορεύει άψογα, τραγουδάει και είναι πιο λαμπερός από ποτέ, για να απευθυνθεί σε ένα ευρύ κοινό. Σίγουρα, το σενάριό του δεν εμβαθύνει στις σκοτεινές πλευρές του Μπάρνουμ, ξεπερνάει εντέχνως τον τυχοδιωκτισμό του που παρουσιάζεται μόνο ως εκκεντρικότητα, δεν εξελίσσει παρά ελάχιστα τις προσωπικές του σχέσεις με τους συνεργάτες του και τη σύζυγό του, που την υποδύεται η πολύ καλή Μισέλ Ουίλιαμς.
Ταυτόχρονα, οι δευτερεύουσες ιστορίες, όπως αυτή του βασικού συνεταίρου που ερωτεύεται παράφορα την έγχρωμη ακροβάτισσα του τσίρκου, περιορίζεται σε όλα τα ρομαντικά κλισέ του Χόλιγουντ, χωρίς εκπλήξεις.
Έτσι ο Γκρέισι χάνει την ευκαιρία να κάνει ένα ουσιαστικό σχόλιο πάνω στη βιομηχανία του θεάματος, αντίθετα ωραιοποιεί τις καταστάσεις, όπως άλλωστε ένας μεγάλος showman ξέρει και μπορεί να κάνει. Τα τραγούδια, που υπογράφουν οι βραβευμένοι με Όσκαρ στιχουργοί, Μπεντζ Πέισεκ και Τζάστιν Πολ («La La Land»,) εδώ κινούνται στους δρόμους της ποπ, πράγμα δεν ταιριάζει πάντα με το κλίμα και την εποχή- για παράδειγμα όταν η Ρεμπέκα Φέργκιουσον, που υποδύεται μια μεγάλη ντίβα της όπερας, τραγουδάει ως άλλη Σελίν Ντιόν, δεν είναι και πολύ πιεστικό, αλλά όλα αυτά δεν έχουν και τόση σημασία «because it’s show time», όπως θα έλεγε και ο Μπάρνουμ, οπότε με αυτή τη λογική, η ταινία του Γκρέισι κάνει τη δουλειά της και σίγουρα θα σας φτιάξει τη διάθεση.